* Αντιπτεράρχου
(Ι) ε.α, Επιτίμου Διοικητού Δ.Α.Ε, Προέδρου Συνδέσμου Αποφοίτων Σ.Ι
Σύμφωνα με
τα θεσμικά κείμενα της Χώρας, το ΚΥΣΕΑ
είναι το αρμόδιο όργανο έγκρισης του Συστήματος Χειρισμού Κρίσεων (Σ.Χ.Κ),
που οι αρμόδιοι και εμπλεκόμενοι υπουργοί της κυβέρνησης εισηγούνται ως το
κατάλληλο. Από πλευράς ΥΠΕΘΑ, την ευθύνη
σχεδίασης και πρότασης προς τον υπουργό Άμυνας, για το θέμα αυτό, έχει το ΓΕΕΘΑ.
Είναι, όμως, γνωστό πως, όταν αναφερόμαστε σε ένα Εθνικό Σ.Χ.Κ, αυτό δεν
αφορά μόνο τις Ε.Δ της Χώρας. Αφορά
φυσικά όλες τις δυνάμεις ασφάλειας, με τα αρμόδια υπουργεία στα οποία αυτές
υπάγονται, όπως και τις υπηρεσίες πληροφοριών (ΕΥΠ). Αλλά και τα ΜΜΕ έχουν
υψηλή πιθανότητα εμπλοκής στον χειρισμό μιας κρίσης και ως εκ τούτου αυτό
πρέπει να λαμβάνεται υπ’όψιν στον σχεδιασμό του.
Ένα σύγχρονο και ολοκληρωμένο
Εθνικό Σ.Χ.Κ στοχεύει στην αποτελεσματική πρόβλεψη, και την αντιμετώπιση με
σωστούς χειρισμούς, κάθε μικρής ή μεγάλης κρίσης που θα προκαλέσουν όσοι έχουν
προς τούτο συμφέρον. Στο επίπεδο των κρατών, καμία
κρίση δεν πρέπει να θεωρείται τυχαία. Είναι ‘μέθοδος’ διπλωματίας ή ακόμα και
επίλυσης διαφορών. Έτσι μία κρίση δεν έχει μόνον αρνητικά στοιχεία
(C.F.Hermann). Στην κινεζική γλώσσα, το
ιδεόγραμμα της λέξης Κρίση προέρχεται από αυτά των λέξεων Κίνδυνος και Ευκαιρία.
Αυτό οδηγεί στην ανάγκη όλοι οι, εν δυνάμει να εμπλακούν σε μία κρίση, φορείς
του κράτους, να έχουν βαθειά γνώση του φαινομένου των κρίσεων (Ζ.Ταμπακίδης
ΣΕΕΘΑ 15/10/2007). Χωρίς την αναγκαία και κατάλληλη οργάνωση των φορέων και την
σχετική εκπαίδευση και εξάσκηση των εμπλεκομένων στελεχών, δεν πρέπει να
αναμένονται καλά αποτελέσματα. Όποιος τοποθετείται σε μία θέση ευθύνης, δεν
σημαίνει ότι μπορεί να χειρισθεί και κρίσεις, ιδιαίτερα όταν αυτές αφορούν
διακρατικές σχέσεις και ανάλογα μεγάλα συμφέροντα.
Τα είδη των
κρίσεων μπορεί να είναι αρκετά, αλλά, εκτιμώ, ότι αυτό που μας ενδιαφέρει στην
περίπτωση της χώρας μας είναι όσες προκαλούνται από κράτη. Οι λόγοι που τις προκαλούν μπορούν
να συνοψιστούν σε οικονομικούς, πολιτικούς, εθνικούς και στρατιωτικούς. Κράτη που αισθάνονται ισχυρά, για να
επιλύσουν διαφορές και να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά τους, χρησιμοποιούν και
την λεγόμενη πολιτική των άκρων (Brinkmanship). Σχεδιάζουν μία κρίση, για
το θέμα που τους ενδιαφέρει, για να δοκιμάσουν τους άλλους εμπλεκόμενους σχετικά
με τις δυνατότητες αντίδρασής τους, την πολιτική τους βούληση, έχοντας ως κεντρική επιδίωξη να
μπουν σε διαπραγματεύσεις από νέα θέση ισχύος έναντι του ή των βασικών
αντιπάλων τους.
Οι
πολιτικοί, οι στρατιωτικοί και οι επιτελείς των Σωμάτων Ασφαλείας, είναι οι
βασικές κατηγορίες προσωπικού που εμπλέκονται στο Σ.Χ.Κ. Οι πολιτικοί στοχεύουν σε
διαπραγματεύσεις για κάποιο θέμα, μέσω της κρίσης, χρησιμοποιούν δε κάθε είδους
προβολή ισχύος, ώστε να «μαλακώσουν» τις αντιστάσεις του αντιπάλου των. Οι στρατιωτικοί και οι αξιωματικοί των Σωμάτων Ασφαλείας είναι
υποχρεωμένοι, σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές, να υποστηρίξουν όλες τις
επιλογές των πολιτικών. Η όποια εμπλοκή τους επιβάλλεται να γίνει
κατά τρόπο που θα φέρει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και αυτό είναι δική τους
ευθύνη.
Αξίζει όμως
να διευκρινισθεί ότι, σε υψηλό επίπεδο λήψης αποφάσεων, κατά τον χειρισμό μιας
κρίσης διακρατικής μορφής, οι πολιτικές ευθύνες για αποφάσεις σχετίζονται άμεσα
με τις εισηγήσεις των αρμοδίων τεχνοκρατών και ειδικών κατά περίπτωση. Για τον
λόγο αυτό οι πολιτικοί έχουν ευθύνη να γνωρίζουν σε βάθος τις στρατιωτικές
δυνατότητες της Χώρας, ενώ οι στρατιωτικοί και οι αξιωματικοί ων Σωμάτων
Ασφαλείας να αξιολογούν και με πολιτικά κριτήρια τις όποιες εισηγήσεις τους για
εμπλοκή ή μη των δυνάμεων και μέσων που διοικούν.
Κυρίαρχο στοιχείο στην επιλογή των
πλέον κατάλληλων ενεργειών, κατά τον χειρισμό μιας κρίσης, είναι η ύπαρξη των
αναγκαίων πληροφοριών στον σωστό χρόνο. Αν από τον καιρό της ειρήνης δεν υπάρχει
εγκατεστημένο σύστημα συλλογής, ανάλυσης και αξιολόγησης πληροφοριών, ανά τομέα
ενδιαφέροντος, για τους πιθανούς αντιπάλους, τα πράγματα θα γίνουν πολύ δύσκολα
υπό την πίεση των γεγονότων της εξελισσόμενης κρίσης. Στην διάρκειά της ο
αντίπαλος θα διοχετεύει παραπλανητικές και λανθασμένες πληροφορίες και
μηνύματα, σχετικά με τις προθέσεις και δυνατότητές του. Τα εγκατεστημένα
συστήματα και οι ειδικοί, αν δεν έχουν την ικανότητα, μέσα από το πλήθος όλων
αυτών των σκόπιμων διαρροών και χαλκευμένων πληροφοριών που ο αντίπαλος ή οι καλοθελητές
‘’φίλοι’’ μας θα μας δίνουν, να εντοπίσουν τις αληθινές, τότε ίσως, το
αποτέλεσμα να είναι τραγικό.
Η ύπαρξη
λοιπόν ενός σύγχρονου και κατάλληλου Σ.Χ.Κ για την χώρα μας, είναι μέρος και
στοιχείο της Εθνικής Στρατηγικής Ασφάλειας και Άμυνας, όπως είναι και όλα τα
άλλα μέσα, σχέδια, οπλικά συστήματα και φορείς που εμπλέκονται σε αυτήν την
βασική κρατική υποχρέωση.
Το Σ.Χ.Κ
είναι ανάγκη να ανταποκρίνεται και στις τρεις φάσεις κάθε κρίσης. Πριν την
κρίση, την περίοδο εξέλιξης αυτής και τέλος μετά την κρίση. Επειδή την χώρα
μας την απασχολεί, ιδιαίτερα και κατά το μεγαλύτερο μέρος, η τουρκική εξωτερική
πολιτική και όπως αυτή εκδηλώνεται, το εγκατεστημένο Σ.Χ.Κ, πέρα των άλλων
γενικών χαρακτηριστικών, θα πρέπει:
α) να κάνει έγκαιρη διάγνωση
επερχόμενης κρίσης, τα βασικά της στοιχεία και να συνεγείρει τους εμπλεκόμενους
φορείς και μηχανισμούς.
β) να διακρίνει τους πραγματικούς στόχους του αντιπάλου
και τις πιθανές μεθοδεύσεις και ενέργειες που μπορεί, ενδεχομένως, να κάνει.
γ) να διαθέτει στελέχη σε όλους τους εμπλεκόμενους
φορείς που να έχουν περάσει την αναγκαία εκπαίδευση και να έχουν υποστεί κοινή
άσκηση ευθυνών και αρμοδιοτήτων σε διάφορα σενάρια κρίσεων. Από αυτό δεν πρέπει
να εξαιρείται κανείς, ανεξαρτήτως επιπέδου.
δ) νόμος να ορίζει, σε γενικό πλαίσιο, τις ευθύνες και
αρμοδιότητες κάθε υπουργείου και οργανισμού στον χειρισμό των κρίσεων. Αυτό θα
ορίζει και την σχετική προετοιμασία που έκαστος πρέπει να έχει κάνει πριν από
την κρίση, σε υποδομές, προσωπικό και προετοιμασία αυτού. Κρίσιμες υπηρεσίες
που χειρίζονται ευαίσθητα θέματα, μεγάλου ενδιαφέροντος για τους αντιπάλους,
όπως Ε.Δ, ΕΥΠ, ΥΠΑ, Λιμενικό κλπ, δεν μπορούν να μην παρακολουθούν κάθε
δραστηριότητα αυτών, από την οποία μπορεί να ξεκινήσει μία κρίση, επί 24ώρου
βάσεως, με τα αρμόδια όργανά τους.
ε) να μην στηρίζεται η βασική λειτουργία του στο
γραφειοκρατικό σύστημα στελέχωσης και στην καθημερινή λειτουργία ρουτίνας των
εμπλεκομένων φορέων.
στ) να έχει εξασφαλιστεί η νομική
δυνατότητα, αλλά και ικανότητα, συνεργασίας και διαχείρισης των δυνατοτήτων των
ΜΜΕ, επ’ωφελεία των εθνικών στόχων κατά τον χειρισμό μιας κρίσης.
ζ) να έχει την ικανότητα της συλλογής των αναγκαίων
πληροφοριών και, κυρίως, την αναγνώριση των πραγματικών και αληθινών, από τις
ψεύτικες, τις λανθασμένες και τις σκόπιμες.
η) να διαθέτει ειδικές ομάδες εκτίμησης κατάστασης, στα
επίπεδα που αυτό κρίνεται κατάλληλο, οι οποίες, από ένα σημείο και μετά, θα
λειτουργούν σε μόνιμη βάση, τροφοδοτώντας τους έχοντες την ευθύνη λήψης
αποφάσεων με τα αναγκαία δεδομένα. (ΣΕΕΘΑ, ΕΘΝΙΚΕΣ ΕΠΑΛΞΕΙΣ, Φεβρ.2005).
Τα ανωτέρω
χαρακτηριστικά προτάθηκαν από τον Δεκέμβριο του 2004 σε διημερίδα της Ανωτάτης
Διακλαδικής Σχολής Πολέμου ( Α.ΔΙ.Σ.ΠΟ ) από τον υπογράφοντα, διότι από πολύ ενωρίς είχε γίνει εμφανής η
επιλογή εκ μέρους της Τουρκίας της μεθόδου των ελεγχομένων κρίσεων, ως μέσον
διπλωματίας για προώθηση της αναθεωρητικής, επεκτατικής εξωτερικής πολιτικής
της (Στ. Αλειφαντής, ΣΕΘΑ). Ο λόγος που η Τουρκία έχει επιλέξει αυτήν
την μέθοδο για επίτευξη των στόχων της έναντι της Χώρας μας και της Κύπρου,
είναι γιατί πιστεύει ότι συνεχώς την τελευταία 25ετία διευρύνει υπέρ της το
Γεωπολιτικό Δυναμικό της (Π.Κονδύλης, Θεωρία του Πολέμου,
σελ. 400, 401). Είναι πολλά τα στοιχεία που επιβεβαιώνουν αυτήν την διαφορά σε
όλους τους κρίσιμους τομείς που η διεθνής κοινότητα λαμβάνει υπ’ όψιν της, όταν
συγκρίνει χώρες σχετικά με την γεωπολιτική ισχύ που αυτές έχουν την δεδομένη
στιγμή. Ιδιαίτερα με την σημερινή
οικονομική και όχι μόνο, κατάσταση στην χώρα μας και την Κύπρο, οι δυνατότητες
πίεσης από την Τουρκία εμφανώς έχουν αυξηθεί. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο διεθνής παράγων, για να
διατηρήσει τα συμφέροντά του και να μην μπει σε αμφισβήτηση ο ρόλος του στην
περιοχή, το πλέον εύκολο που έχει να κάνει είναι να πιέσει το πλέον αδύνατο
μέρος να υποχωρήσει, έστω με εύσχημο τρόπο, και να δεχθεί ό,τι του «… επιβάλλει
η αδυναμία του» (Θουκυδίδης).
Στην ίδια
ανωτέρω διημερίδα, είχε τονισθεί ότι η μέθοδος των Ελεγχομένων Κρίσεων είναι
μορφή διπλωματίας και την επιλέγει το Κράτος που έχει την ικανότητα να τις
χειρίζεται όπως αυτό θέλει για να επιτυγχάνει, κάθε φορά, κάποιο κέρδος. Η
θέση μας ήταν, και είναι ακόμα, ότι οι
δύο χώρες μετά το 1974 βρίσκονται σε συνθήκες «Σύγκρουσης Χαμηλής Έντασης». Η μέθοδος των Ελεγχομένων
Κρίσεων είναι το βασικό χαρακτηριστικό των συνθηκών αυτών. Τα σημερινά γεγονότα
στην ΑΟΖ της Κύπρου επιβεβαιώνουν, δυστυχώς, την θέση αυτή. Το κατά πόσον το
εγκατεστημένο δικό μας και της Κύπρου Σ.Χ.Κ λειτούργησε στην φάση πριν την
κρίση και κατά πόσον ανταποκρίνεται τώρα στην εξέλιξή της, θα κριθεί εκ του
τελικού αποτελέσματος.
Η επιλογή της διπλωματίας των κρίσεων δεν είναι επιλογή των ισλαμιστών του
Ερντογάν ή του βαθέως στρατιωτικοδιπλωματικού κατεστημένου. Ούτε η γενική
εξωτερική πολιτική της Τουρκίας έχει να κάνει με καλούς και κακούς Τούρκους.
Είναι μία εθνική πολιτική από μία συνολική και συντεταγμένη πολιτεία (Δ.Μανίκας, Ο Κόσμος στον 21ο
αιώνα). Επίσης οι ελπίδες αρκετών εδώ στην χώρα μας, ότι η Τουρκία θα
αλλάξει εξωτερική πολιτική, όσο προσεγγίζει την Ε.Ε, απέχει της πραγματικότητας,
κατά την γνώμη μας. Μέχρι σήμερα το
κυπριακό παράδειγμα δείχνει ότι το ευρωπαϊκό κεκτημένο και οι σχετικές αρχές
του, μπορούν να ζήσουν και να λειτουργήσουν με το 40% χώρας μέλους του υπό
κατοχή, από χώρα που λέει ότι θέλει να συμπεριληφθεί στο κεκτημένο αυτό. Οι
τουρκικοί πολιτικοί παράγοντες, αλλά και ο λαός, συμφωνούν ότι δεν πρέπει να
μεταβάλουν πολιτική στο Αιγαίο και την Κύπρο εν όψει της ευρωπαϊκής προοπτικής.
Θεωρούν ότι έχουν το δίκιο με το μέρος τους και αυτό θα πρέπει να το δεχθούν
όλοι, αφού την Τουρκία την έχουν ανάγκη όλοι. Η Τουρκία έχει άλλη οπτική για την Ε.Ε, σε σχέση με την δική μας.
Εμείς, αρκετές φορές, κρίνουμε εξ ιδίων τα αλλότρια. (Π. Κονδύλης, Θεωρία
του Πολέμου, σελ. 403).
Οι κρίσεις
δεν θα σταματήσουν από την πλευρά της Τουρκίας. Αντίθετα, στο μέλλον, μπορεί να
προκληθούν και σε συνδυασμό με άλλους φίλους τους από τα βόρεια σύνορα μας, των
οποίων τα εθνικά σχέδια και βλέψεις είναι σε πλήρη εξέλιξη.