19 Απριλίου 2015

Η κρίση είναι ήδη εδώ (του Κωνσταντίνου Αργυροπούλου)

Κάθε είδους έλλειψη ισορροπίας αριθμών, ικανοτήτων, ισχύος, δράσεων, δικαιωμάτων και δυναμικού και των παραγώγων τους γεννά μία νέα κατάσταση, η οποία σημαίνει απώλεια της κυριαρχίας και ανεξαρτησίας του κράτους. Αν εξετάσουμε κοινωνιολογικά το ζήτημα αυτό στην Ελλάδα, θα σαστίσουμε από τα παρατηρηθέντα. Ο τρόπος που ζούμε (και μάλιστα αν εξαιρεθεί η τρέχουσα οικονομική κρίση), η ιδιωτική μας ευμάρεια σε συνδυασμό με την δημόσια εξαθλίωση, τα αλλοιωμένα ηθικά πρότυπα, οι εφθαρμένες αξιακές σταθερές, οι «ανησυχίες» για τα ελληνικά πράγματα, τα οποία εγείρονται και εξαντλούνται σε οικονομικές και μόνον μετρήσεις, ο εν γένει οικονομισμός, ο οποίος ανταποδίδει με μία ψυχοσωματική δυσφορία, συνιστούν αθροιστικούς συντελεστές στην δημιουργία φθίνουσας κοινωνικής δυναμικής στο εσωτερικό και αντίστοιχης ετεροβαρούς δυναμικής στο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον.
Ο κόσμος που ξέραμε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αρχίζει να ξεθωριάζει. Χάνεται. Μία καινοφανής αβεβαιότητα άρχισε την εισβολή της στο δικό μας παρόν. Μία αβεβαιότητα, που οικοδομεί σταδιακά έναν συλλογικό φόβο. Δεν υπάρχει εργασιακή ασφάλεια. Τα όσα οικονομικά συστήματα έχουν εφαρμοστεί απεδείχθησαν ότι αδικούν την πλειονότητα του πληθυσμού. Η ρυθμιζόμενη αγορά φαντάζει τερατώδης στα τρομαγμένα μάτια των επιχωρίων. Το φαινόμενο επιτείνεται και μετά το γεγονός της αποξενώσεως της μεσαίας τάξεως ένεκα της ανεργίας, της αδυναμίας των κοινωνικών ταμείων, της δραματικής μειώσεως των συντάξεων, της αυξήσεως των ατομικών δαπανών για ιατρική περίθαλψη και της απωλείας της εμπιστοσύνης προς εκείνους οι οποίοι αδιαλείπτως μας πείθουν, ότι ψηφίζοντάς τους θα μεριμνήσουν για την επίλυση των δικών μας προβλημάτων.
Οι πολιτικοί και οι όσοι εξ αυτών στελεχώνουν την όποια κυβέρνηση, δεν μας έχουν δώσει στοιχεία εγγυήσεως της κοινωνικής αλλά και της εθνικής μας ασφαλείας. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί και σαν ελαφρότητα πολιτικής, έλλειψη σοβαρότητος, ευθύνης, αγνόηση της συναιτιότητος στην δημοκρατική εκτέλεση των υποχρεώσεων και θα λέγαμε, με την όση ωριμότητα ο κάθε ένας από εμάς διαθέτει, ότι οι πολιτικοί ακολουθούν την λογική της επανεκλογής, όντες επικαρπωτές ενός είδους κοινωνικής λογιστικής. Επίσης και ότι το δίδυμο τραπεζικός κόσμος-πολιτικοί επικροτεί την ζευγοποίηση των εννοιών «ασυγκράτητη κατανάλωση» και «απολιτική συμπεριφορά». Είναι μία βολική τύφλωση του κόσμου για να αποφεύγεται κάθε μορφής πολιτική κρίση.
Η αντιρρητικότητα γεννά κρίση. Η διαφορετικότητα εκτρέφει την κρίση. Η πρόκληση σε αναμέτρηση δυνάμεων θεσφατοποιεί την κρίση. Στο σύνολο σχεδόν των περιπτώσεων υπάρχει και κάποιος ιδεολογικός λόγος αντιπαλότητος. Οι ιδεολογίες εκφράζουν αξιώσεις. Αξιώσεις επιβολής. Αξιώσεις κυριαρχίας. Δημιουργούν διάσταση και διαχωρίζουν ομάδες-κοινωνίες-κράτη.
Στην Ελλάδα, που ζούμε σήμερα, οι υπεύθυνοι φορείς έχουν κατορθώσει με την μέχρι τώρα πολιτική τους πρακτική να δημιουργήσουν -σε όσους διαθέτουν μία όχι φιλοσοφική ούτε λογοτεχνική αλλά διεισδυτική ικανότητα στοχασμού- τον φόβο της εθνικής μας ανεπαρκείας.
Γενική είναι η προτροπή, σε όσους των υπευθύνων διακρίνονται από ίχνη εθνικής ανησυχίας, να μεριμνήσουν κατά πρώτον, αντί να διαχειρίζονται τον δικό τους φόβο για τα επισυμβαίνοντα αιτιατά -εκτός του δικού τους πλαισίου ελέγχου- να εκτελούν το αυτονόητο καθήκον της διαχειρίσεως της κρίσεως αυτής καθ’ εαυτής. Αναφέρουμε την λέξη κρίση. Τι είναι κρίση;
 Κρίση
Δεν υπάρχει δεδομένος και καθολικής προσαρμογής ορισμός. Και τούτο, διότι η κρίση ως έννοια ερμηνεύεται κάθε φορά από την στεγνή λογική των γεγονότων, τα οποία ανακατασκευάζουν την αντίληψη και τις πεποιθήσεις περί πραγματικότητος. Γενικά θα διακινδυνεύαμε να πούμε ότι κρίση είναι μία περίοδος ανωμαλίας κατά την οποία ένιοι παράγοντες επιδρούν σημαντικά στην αποδόμηση της λειτουργίας μιας οντότητος, ώστε να ωφεληθεί αυτός που την προκάλεσε.
Προχωρώντας στην περί κρίσεως προσέγγισή μας, θα πρέπει να επικεντρωθούμε στις κρίσεις εκείνες που άπτονται του μεγάλου θέματος της ασφαλείας της χώρας μας. Βεβαίως, υπάρχουν κρίσεις κατά τις οποίες δοκιμάζονται πολλοί άλλοι παράγοντες, οι οποίοι αποσταθεροποιούν τις ισορροπίες και τα ιστορικά στερεότυπα μεγάλων ομάδων και κοινωνιών. Επί παραδείγματι, το δημογραφικό είναι μία μορφή διαρκούς κρίσεως, η οποία πλήττει την χώρα μας και χρήζει αμέσου διαχειρίσεως. Η κρίση δημοκρατίας είναι μία κατάσταση αυξανομένης εντάσεως και τούτο επαληθεύεται από την σταδιακή ανατροπή των βεβαιοτήτων της προηγηθείσης ευνοηθείσας και ευημερούσας κοινωνίας. Η κρίση του πολιτισμού αλλοιώνει τα συστήματα σκέψεως των «μαζικών κοινωνιών», εκπνευματώνει τις σαθρολογίες των «σπουδαίων» και μονοπωλεί το προνόμιο της προβολής επιλεγμένων απόψεων των media. Επί πλέον, απομονώνει τον μαζικό άνθρωπο. Τον ωθεί στην κατανάλωση. Εξουδετερώνει την ικανότητά του να κρίνει ή να διαβλέπει τα επιτελούμενα και στο τέλος επιτυγχάνει να τον αυτο-ξενώσει. Τέλος, υμνεί τον βαρβαροστρεφή «φιλισταϊσμό» των υπόπτως ανελισσομένων νεοπλούτων. Συμβαίνουν και άλλες κρίσεις εξ αιτίας πανδημιών ή θεομηνιών (σεισμοί, πλημμύρες, πυρκαγιές), όπου η κακή διαχείρισή τους προξενεί ακόμη και πτώση κυβερνήσεων.
Μέσα σε όλες αυτές τις κρίσεις, πρέπει να τονίσουμε και την οικονομική κρίση, η οποία εκτός των άλλων τιτρώσκει ευθέως και το βασικό ζήτημα της ασφαλείας της χώρας. Και τούτο επιβεβαιώνεται και με την παρούσα οικονομική κρίση. Οι υπεύθυνοι της εκτελεστικής εξουσίας, αντί να διατηρήσουν το απαιτούμενο ύψος δαπανών που αφορούν στην άμυνα, λόγω ειδικών συνθηκών, υπαρκτών και μη επιδεχομένων αμφισβήτηση απειλών περιμετρικά αλλά και στο εσωτερικό της χώρας, εκείνοι τις περιστέλλουν σε βαθμό διακυβεύσεως της εθνικής μας υπάρξεως.
Όταν ο εχθρός (εχθρός υπάρχει και συνεπώς για την άμυνα λεφτά πρέπει να υπάρχουν) αντιλαμβάνεται την αδυναμία μας, δύναται να προκαλέσει, αν όχι ολικό πόλεμο, λόγω διεθνών δεσμεύσεων και συγκυριών, αλλά βεβαίως έναν πόλεμο χαμηλής εντάσεως (4ης Γενεάς) ή μία εγγυημένης προεκτιμήσεως, ως προς το επιτυχές αποτέλεσμά της, κρίση. Τούτο επιβεβαιώνεται και από την νεωτέρα ιστορία μεταξύ Ελλάδος-Τουρκίας, όπου στις λεκτικές, τις ψυχρές και τις θερμές αναμετρήσεις, νικητής εξήλθεν η προκαλέσασα τις κρίσεις Τουρκία.
 Η κρίση είναι εδώ, παρούσα
Ομιλούμε για διαχείριση κρίσεων και ο νους μας ταξιδεύει κάπου στο μέλλον, όπου καθώς φανταζόμαστε θα είναι έτοιμοι και οργανωμένοι οι θεσμικοί και οι επίκουροι διαχειριστές της κρίσης και ότι η επιτυχία της διαχειρίσεως θα είναι θεωρητικά και πρακτικά εξασφαλισμένη. Αν έτσι το φανταζόμαστε, τότε πλανώμεθα απαξάπαντες. Κυβερνώντες και κυβερνώμενοι. Η κρίση δεν θα έλθει αύριο ή αργότερα ή στο βαθύ και απροσδιόριστο μέλλον. Η γνώση επί των πιθανοτήτων όλων αυτών των εκδοχών είναι αβάσιμη. Είναι υποτιθέμενη. Αδυνατούμε να σαφηνίσουμε τους τρόπους και τις μεθόδους εκδηλώσεως της κρίσεως εκ μέρους των όσων προτίθενται να την προκαλέσουν.
Επομένως, χρειάζεται να προετοιμαζόμαστε όλο και πιο έντονα, όλο και πιο μεθοδικά, για να βρισκόμαστε σε ένα επίπεδο ετοιμότητος ανώτερο από αυτό που μόλις χθες νομίζαμε ότι καλύπτει την πρόληψη κρίσεων και την αποτροπή των επιθετικών δράσεων εις βάρος της χώρας. Εκείνο που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι, ότι δεν γνωρίζουμε ούτε μπορούμε να προβλέψουμε ποία θα είναι (ή είναι) η τάξη πραγμάτων που θα προκύψει (ή ήδη ευρίσκεται σε εξέλιξη) από μία πρόκληση σε κρίση. Και το λέμε αυτό, διότι ενώ ευρισκόμεθα σε κατάσταση κρίσεως, δεν έχουμε αντιληφθεί την υφή της, την συνεκτική της πολυπλοκότητα, την βαρύτητα των επιδιώξεών της και δεν έχουμε αντιληφθεί κάποιο καθιερωμένο πρότυπο για να την σπουδάσουμε, την αναλύσουμε, την αντιμετωπίσουμε.
Στην τρέχουσα γεωπολιτική αστάθεια στις Αραβικές χώρες, στην Ουκρανία, σε αρκετές χώρες της Αφρικής, καθώς και στην εύθραυστη ισορροπία στην Βαλκανική, έπρεπε ήδη να λειτουργεί το σύστημα ελέγχου και διαχειρίσεως κρίσεων. Και τούτο, διότι η χώρα μας βρίσκεται γεωστρατηγικά σε τέτοια θέση, που συμπεριέχεται στην καμπύλη των πιθανοτήτων για εκδήλωση αναστάτωσης και όπου όλα τα σενάρια εκδηλώσεως κρίσεων είναι ευλογοφανή.
Ένα από τα σενάρια, το οποίον δύσκολα απορρίπτεται, προβλέπει ότι στον Ελληνικό χώρο μπορεί να συγκρουσθούν διαφορετικοί πολιτισμοί. Και το λέμε αυτό, διότι -τα τελευταία χρόνια το συνειδητοποιήσαμε- δεν πρέπει να υποτιμούμε το πόσο γερά είναι ριζωμένη η κορανιογενής κοινωνικο-πολιτική θρησκεία του Ισλάμ. Είναι τόσο δυνατή, που τείνει -με την ηφαιστειώδη της ενέργεια- να συνθέσει ένα εύτονο και ακατάβλητο κοσμοσύστημα. Το Ισλάμ, για όσους δεν το έχουν ακόμη πληροφορηθεί και δεν έχουν επ’ αυτού ενημερωθεί ή δεν το έχουν συνειδητοποιήσει, είναι παρόν στον Ελληνικό χώρο. Για την ώρα τηρεί στάση αναμονής. Οι προσδοκίες του ωστόσο είναι μεγάλες. Θα γίνει συμπιεστικό ως προς τις απαιτήσεις του. Θα γίνει ασφυκτικό ως προς τις διεκδικήσεις του. Σε συνδυασμό με το φθίνον δημογραφικό μας status και την υπεργεννητικότητα των μουσουλμάνων -ως φαίνεται- αυτή η απρόσκλητη και λαθραίως εισερχόμενη κατά έτι και έτι διογκούμενα κύματα αλλοίων πολιτισμών ανθρωποομάδα, θα συμπήξει τον θεμελιακό παράγοντα διοικήσεως ενός μελλοντικού μορφώματος, του οποίου η ονομασία μπορεί να ταιριάζει π.χ. με Ευρωπαϊκό Πακιστάν ή Yunanistani Islamicus και άλλα ομοιοσήμαντα.
Αν υπολογίσουμε και το ότι σε μία ασθενούσα ή θνήσκουσα κοινωνία καραδοκούν δίκην υαινών οι γειτονικές και καθ’ όλα σφριγηλές (ως προς τα πιστεύω τους και τους οραματισμούς τους) κοινωνίες, τότε θα πρέπει να αναμένονται και ενέργειες, είτε χαμηλής εντάσεως είτε προκλήσεις από μαχόμενες ομάδες είτε ασύμμετρες ένοπλες προσβολές, και τις οποίες, ενώ εμείς υπό καθεστώς φόβου θα αποκαλούμε τρομοκράτες, συμμορίτες, ληστές κ.ά., εκείνοι θα δηλώνονται στις διεθνείς κοινότητες σαν νομότυποι κληρονόμοι του ελληνικού χώρου, και ενώ θα έχουν παραβιάσει το Διεθνές Δίκαιο και τις υφιστάμενες συνθήκες, θα προσαρμόσουν δίκαιο και συνθήκες στους αντικειμενικούς τους σκοπούς, οι οποίοι μεταξύ των άλλων θα εφελκύουν την προσοχή της διεθνούς κοινότητος, προβάλλοντες το δίκαιο του εγχειρήματός τους.
Και τότε πιθανότατα η διεθνής κοινότητα και το ΔΝΤ και οι πολυεθνικές εταιρείες και τα καρτέλ και οι διάφορες χρηματοπιστωτικές μονάδες και οι λέσχες των μεγαλομετόχων όπως και άλλοι οικονομικο-πολιτικοί σπεκουλαδόροι θα προβούν σε επανεκτιμήσεις για να μετρήσουν τις ευνοϊκότερες αποδόσεις, ώστε να εκχωρήσουν τα ωφελήματα του «διεθνούς δικαίου» στον επικρατέστερο, στον ακμαιότερο και στον υγιέστερο και υπολογισμένα υποσχόμενο συνεργασία παράγοντα.
Συνεπώς, εάν το κράτος μας δεν μπορεί να υπερασπίσει τον εαυτό του με αποτελεσματικότητα εναντίον των εσωτερικών ή εξωτερικών προκλήσεων και ενεργειών χαμηλής εντάσεως και των ατερμόνων εκφάνσεων του πολέμου τετάρτης γενεάς, τότε είναι ευκρινέστατο ότι δεν έχει μέλλον. Όμως, εάν το κράτος λάβει σοβαρά υπ’ όψιν του τον καταλυτικά επιδρώντα αλλοίο επιθετικό πολιτισμό σε συνάφεια με τον δόλιο και ελλοχεύοντα Τούρκο, τον αναμένοντα την αρχική προσβολή άλλων κατά της Ελλάδος Βούλγαρο για την επαγόμενη νομή, τον ανιστόρητο μεν αλλά διεκδικούντα Σκοπιανό, τον καραδοκούντα Αλβανό για περαιτέρω εκφύλιση και εξασθένιση του ελληνικού στοιχείου, τότε οφείλει να νικήσει γρήγορα και αποφασιστικά χωρίς να προηγηθεί κάποιος δισταγμός.
Θα πρέπει να λάβει υπ’ όψιν, ότι δεν έχει θέση στην περίπτωσή μας η απροθυμία λήψεως των καταλλήλων μέτρων, διότι η σύγκρουση ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη χωρίς κηρύξεις, διακηρύξεις και αποκαλύψεις σκοπών, προθέσεων και σχεδίων ενεργείας.
Συστάσεις προλήψεως
Μία προϋπόθεση για να προλαμβάνονται οι κάθε είδους κρίσεις είναι η ύπαρξη και υπεύθυνη λειτουργία ενός οργανωμένου Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ), το οποίο θα εργάζεται διαρκώς έχοντας ως πυξίδα την Εθνική Στρατηγική (υπάρχει;). Το ΣΕΑ θα «βλέπει», θα διαβλέπει, θα πληροφορείται, θα εκτιμά, θα αξιολογεί και θα αποφαίνεται συμβουλευτικά προς την εκτελεστική εξουσία και προς τον τελικό αποφασίζοντα ή τον εξουσιοδοτημένο για τον σκοπό αυτό, ώστε να λειτουργήσει το σύστημα διαχειρίσεως της διαφαινομένης ή της ενδεχομένης ή της επικειμένης ή της εκδηλωμένης κρίσεως. Ο προκαλών την κρίση πρέπει έγκαιρα να ελεγχθεί και εξουδετερωθεί. Η νίκη πρέπει να πιστωθεί στην μεριά του προκαλουμένου διαχειριστού της κρίσεως. Σε αντίθετη έκβαση, νικητής εξέρχεται ο προκαλέσας την κρίση, με οφέλη τα οποία έχει εκ των προτέρων υπολογίσει και στην συνέχεια τα καρπούται. Ο ολιγωρήσας διαχειριστής της κρίσεως και εν προκειμένω η κυβέρνηση, χάνοντας σταδιακά την ισχύ της, θα ενεργεί ακανόνιστα και σπασμωδικά, με αυτονόητο για την Ιστορία αποτέλεσμα. Και ό,τι αφορά στους ηττημένους, ουαί αυτοίς.
 Παραινετικές προσεγγίσεις
Κατ’ αρχήν μία προϋπόθεση υπευθύνου και «ελληνικής συνοχής καρδίας» που πρέπει να διέπει την ελληνική ηγεσία και επομένως και τον ελληνικό λαό, είναι η ύπαρξη ηθικών δυνάμεων. Τα φοβικά σύνδρομα οδηγούν σε αποφυγή αντιμετωπίσεως του προβλήματος και σε ήττα, όχι σε αποσόβηση και αποτροπή.
Προχωρώντας με ειδικοποιημένες επισημάνσεις, πρέπει να αναφέρουμε, ότι οι διαχειριστές κρίσεων πρέπει:
α. να μην αγνοούν τις ενδείξεις των προοιωνιζομένων καταστάσεων.
β. να σπουδάζουν τον εν δυνάμει αντίπαλο από την στιγμή που αντιλαμβάνονται αλλοιοφανείς και ιδιάζουσες δραστηριότητες.
γ. να μην ενεργούν με κινήσεις άβουλες, επιπόλαιες, ερασιτεχνικές και όλες τις σχετικές με αστοχία επί της αποστολής.
δ. να αναλαμβάνουν πρωτοβουλία, όταν αντιλαμβάνονται ότι δεν επαρκούν οι τυχόν τυποποιημένες οδηγίες, οι οποίες δεν καλύπτουν -ως φυσικόν- όλο το φάσμα των περιπτώσεων αντιμετωπίσεως κρίσεων.
ε. να ενεργούν με οδηγό τις απλές λύσεις κατά περίπτωση, αποφεύγοντας τις πολυπλοκότητες, οι οποίες συνήθως οδηγούν σε δυσερμηνείες και παρεξηγήσεις στην φιλία πλευρά.
στ. να ενεργούν με εκείνη την αποφασιστικότητα, η οποία -εκ του αποτελέσματος- θα μας πείσει, ότι έγινε κατανοητή από τον εχθρό.
ζ. να μην αποπροσανατολίζουν την κοινή γνώμη, ώστε, αν απαιτηθεί η καθολική συμμετοχή, να υπάρξει θετική ανταπόκριση από τον λαό και όχι σκεπτικισμός ή -επί τα χείρω- άρνηση.
η. ο χρησιμοποιούμενος ηλεκτρονικός υπολογιστής ως πιο «ψύχραιμος» και ασυγκίνητος φορέας, συντελεστής και παράγων, πρέπει να είναι αρκούντως τροφοδοτημένος με καταχωρημένες όλες τις πιθανές λύσεις κατά περίπτωση, και με τους πιο απίθανους συνδυασμούς (π.χ. εκδήλωση ενόπλου δράσεως σε χώρο Α και ταυτόχρονη διείσδυση στρατιωτικής δυνάμεως σε χώρο Β και προσβολή με χημικές ουσίες σε χώρο Γ και εκδήλωση εκτεταμένης πυρκαγιάς σε χώρο Δ και με προσθήκη μ/ν προκλήσεων, προσβολών και ψυχολογικών επιχειρήσεων κλπ.), ώστε να υπάρξει ένα σύστημα ηλεκτρονικής «σκέψεως», ως ένας πρώτος εισηγητής ή ως μία κατευθυντήρια διαδραστική γραμμή για την παραλαβή της ηλεκτρονικής σκυτάλης από τον ανθρώπινο νου, ο οποίος θα προσθέτει στα δεδομένα και τις συναισθηματικές αντιδράσεις προκαλούντων και προκαλουμένων καθώς και τις λοιπές επιδράσεις (ευθείες ή πλάγιες) μέσα στο θέατρο των τεκταινομένων.
Τα ανωτέρω εκτεθέντα, εάν εκλαμβάνονται από τους υπευθύνους ως απλές θεωρίες, τότε στον κόσμο ημών των ανησυχούντων υπάρχει κρίση θεωρίας. Εν τοιαύτη περιπτώσει, στον κύκλο των υπευθύνων εμείς θα επισημαίναμε κρίση αντιληπτικότητος.
*Υποστράτηγου ε.α., μέλους του ΔΣ/ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.