31 Ιουλίου 2015

Ο στρατηγός Γκίνης, επίτιμος Α/ΓΕΣ, γράφει για την επόμενη ημέρα της άμυνας…

Οδεύουμε ολοταχώς προς την υπογραφή του τρίτου μνημονίου. Ολοκληρώθηκε η ψήφιση στη Βουλή των προαπαιτούμενων μέτρων, με τη συναίνεση του μεγαλυτέρου μέρους του πολιτικού συστήματος και άρχισαν οι σχετικές συνομιλίες με τους δανειστές. Τα γεγονότα που ζήσαμε τον τελευταίο καιρό, κατά πολλούς οριοθετούν το τέλος της μεταπολίτευσης και ανοίγουν μια νέα εποχή για την Ελλάδα.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Του στρατηγού ε.α. Κωνταντίνου Γκίνη (επίτιμου Α/ΓΕΣ)
Στον τομέα της άμυνας, πέντε χρόνια αναποτελεσματικών και αυταρχικών πολιτικών, εστιασμένων αποκλειστικά στη μείωση των αμυντικών προϋπολογισμών, επηρέασαν αναμφίβολα αρνητικά τις σχετικές δυνατότητες της χώρας. Οι νέες περικοπές του προϋπολογισμού του Υπουργείου Άμυνας, ύψους 600 εκ. ευρώ μέχρι το 2017 (2015:100, 2016: 200, 2017: 300) είναι γεγονός, ανεβάζοντας το ύψος των μειώσεων στο επίπεδο σχεδόν του 55%, σε σχέση με αυτό του 2009. Το δημογραφικό πρόβλημα επιτείνεται.
Οι κίνδυνοι και οι απειλές παραμένουν αμετάβλητοι, ενώ εμφανίζονται και νέοι. Αυτά σε συνδυασμό με την αλλαγή του πολιτικού σκηνικού, επιβάλλουν επίσης και το μετασχηματισμό του αμυντικού συστήματος που διαμόρφωσε η μεταπολίτευση; Ποια είναι λοιπόν η επομένη ημέρα για την άμυνα της χώρας;
Την απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα πρέπει να τη δώσει η Κυβέρνηση, η οποία θεσμικά φέρει την ευθύνη, σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, αλλά και ο πολιτικός κόσμος συνολικά σε ότι του αναλογεί. Έχει επέλθει πλέον ο κρίσιμος χρόνος για την αντιμετώπιση της καταστάσεως, άλλως θα συνεχισθεί με αργά αλλά σταθερά βήματα η περαιτέρω υποβάθμιση και ο περιορισμός της παροχής στρατηγικών επιλογών στην πολιτική ηγεσία, από τις Ένοπλες Δυνάμεις. Η λύση ακούει στο όνομα αναδιοργάνωση, ανασυγκρότηση και μεταρρύθμιση της άμυνας.
Η περίοδος χάριτος, έξι μήνες μετά την άνοδό της κυβερνήσεως στην εξουσία, τελειώνει, ο χρόνος είναι πλέον αμείλικτος. Πολλά θα μπορούσαν να γίνουν που θα έδιναν και το στίγμα της πρόθεσης για την ουσιαστική αντιμετώπιση του αμυντικού προβλήματος. Ποτέ όμως δεν είναι αργά.
Καταρχήν θα έπρεπε να γίνει καταγραφή της πραγματικής καταστάσεως των Ενόπλων Δυνάμεων και των αμυντικών δυνατοτήτων της χώρας, η ενημέρωση του ΚΥΣΕΑ ή και ολόκληρης της Κυβερνήσεως, αν αυτό κρινόταν απαραίτητο και οπωσδήποτε η ενημέρωση της Βουλής. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για τη σχεδίαση και εφαρμογή ενός προγράμματος επαναπροσέγγισης της άμυνας.
Στη συνέχεια θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν μια σειρά από μέτρα χωρίς πολιτικό κόστος, χωρίς να προέρχονται από εξωτερικές πιέσεις αλλά από καθαρά από δική μας, εθνική πρωτοβουλία, πράγμα που δεν αποτολμήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν και τα οποία θα συνιστούσαν και θα αποτελούσαν στοιχεία ποιοτικής διαφοράς. Ενδεικτικά αναφέρονται τα παρακάτω:
α. Η θεσμική κατοχύρωση των πολιτικό-στρατιωτικών σχέσεων σε επίπεδο ηγεσίας, οι οποίες απροκάλυπτα καταπατηθήκαν στο πρόσφατο παρελθόν, πράγμα που θα βοηθούσε την Κυβέρνηση στις επιλογές της, αφού αποφάσισε να μην ολοκληρώσει τη διαμόρφωση της ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας με τις κρίσεις του Μαρτίου (θέσπιση θητείας των αρχηγών Γενικών Επιτελείων, επιλογή του Α/ΓΕΕΘΑ από τους Αρχηγούς Γενικών Επιτελείων, προεπιλογή των υποψηφίων Αρχηγών Γενικών Επιτελείων και η τελική επιλογή τους μετά από ακρόαση και έγκριση της σχετικής επιτροπής της Βουλής, ελάχιστος χρόνος παραμονής των ανώτατων αξιωματικών στο βαθμό, καθορισμός προαπαιτούμενων για προαγωγή σε κάθε ανώτατο βαθμό κ.λπ.)
β. Παροχή ουσιαστικών αρμοδιοτήτων και πρωτοβουλιών στη σχετική για θέματα άμυνας επιτροπή της Βουλής (περιοδική και έκτακτη αν απαιτείται ακρόαση των Αρχηγών Γενικών Επιτελείων, δυνατότητα πρόσκλησης στην επιτροπή διοικητών, αξιωματικών καθώς και υπαξιωματικών, για ακρόαση πάνω σε επιχειρησιακά, λειτουργικά, τεχνικά θέματα, θέματα προσωπικού (σταδιοδρομία, οικονομικά, διαβίωσης κ.λπ.), δυνατότητα συγκρότησης επιτροπών για τη διερεύνηση στρατιωτικών θεμάτων, προμηθειών, εξοπλισμών κ.λπ.
γ. Βελτίωση του νομικού πλαισίου περί προμηθειών των ΕΔ ώστε να αρθούν οι δυσχέρειες που επί μία πενταετία αποτελούν τροχοπέδη της υποστηρίξεως των Ενόπλων Δυνάμεων.
δ. Σύνταξη ενιαίου προϋπολογισμού του Υπουργείου Αμύνης, στόχος που έχει τεθεί από το 2012, δίνοντας τη δυνατότητα να αποφευχθούν δυσλειτουργίες αλλά και αδικίες που συνέβησαν στο παρελθόν.
ε. Ουσιαστικά μέτρα για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των ΕΔ, προς άντληση εσόδων για την υποστήριξη των ΕΔ.
στ. Ενοποίηση των Μετοχικών Ταμείων και Λογαριασμών των Κλάδων των ΕΔ (όπου υπάρχουν εκκρεμότητες, θα διατηρηθεί το καθεστώς των παλαιών λογαριασμών, εντός του ενοποιημένου πλαισίου, μέχρι την αντιμετώπιση και επίλυση των προβλημάτων, ώστε να μην επιβαρυνθούν μέτοχοι και μέλη των άλλων Κλάδων των ΕΔ).
Τώρα, πλέον, η Κυβέρνηση και το Υπουργείο Αμύνης, πρέπει να έλθουν αντιμέτωποι με την ουσία και τον πυρήνα του αμυντικού προβλήματος της χώρας, δηλαδή την ανασυγκρότηση και τη μεταρρύθμιση του αμυντικού τομέα, θέμα που παραμένει ανεπίλυτο και παραπέμπεται στις καλένδες ή γίνεται προσπάθεια να καλυφθεί με επιφανειακές λύσεις (βλέπε αναδιοργανώσεις του παρελθόντος).
Ακούγεται ότι βρίσκονται σε εξέλιξη διεργασίες για την αναδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων, πλην όμως με βάση αυτά που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, μάλλον οι προσπάθειες είναι βασισμένες σε παλιές και ανεπιτυχείς συνταγές. Θα κλείσουν 1-2 Στρατηγεία, μερικές Μονάδες, καμιά Σχολή ή κάποιο Κέντρο Εκπαιδεύσεως (πολύ δύσκολο αυτό) και τελειώσαμε. Ελπίζω να μην συμβεί αυτό.
Κεντρικό ρόλο και βαρόμετρο στην επιτυχία ή μη των αναδιοργανώσεων που προηγήθηκαν αποτέλεσε η τύχη της 1ης ΣΤΡΑΤΙΑΣ, δηλαδή ενός χερσαίου Στρατηγείου στο επιχειρησιακό-τακτικό επίπεδο. Πιστεύω να μην ακολουθηθεί η ίδια πρακτική. Το συγκεκριμένο θέμα, είναι εκτός των φιλοδοξιών του παρόντος άρθρου, ωστόσο επειδή αποτελεί ένα βαθειά θεσμικό, επιχειρησιακό και τεχνοκρατικό ζήτημα, με σημαντικές επιπτώσεις, θα παραθέσω μερικές σύντομες σκέψεις.
Καταρχήν, δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζεται με προκαταλήψεις, ιδεοληψίες, συντεχνιακές αντιλήψεις, εξυπηρέτηση τοπικών συμφερόντων, πρωτείων στη Φρουρά, προσωπικές δεσμεύσεις ή υποσχέσεις, έλλειψη απόψεων για το θέμα κ.λπ. Ο Στρατός Ξηράς για διοικητικούς, αλλά και ο Διακλαδικός Επιχειρησιακός Διοικητής για επιχειρησιακούς λόγους, χρειάζονται ένα Χερσαίο Τμηματικό Διοικητή.
Αν αυτός θα διατηρήσει τον τίτλο 1η ΣΤΡΑΤΙΑ ή θα ονομασθεί Αρχηγείο Χερσαίων Δυνάμεων ή Στρατηγείο Χερσαίων Δυνάμεων ή όποιον άλλο τίτλο αποφασισθεί, ελάχιστη σημασία έχει. Όπως επίσης αν η έδρα του θα είναι στη Λάρισα ή οπουδήποτε αλλού.
Ένα άλλο επιχείρημα που ακούγεται για την κατάργηση της ΣΤΡΑΤΙΑΣ, είναι ότι προστίθεται ένα επιπλέον επίπεδο διοικήσεως, με αποτέλεσμα την επιβράδυνση στην ενάσκηση της διοικήσεως και του ελέγχου των επιχειρήσεων. Αυτοί που το αναφέρουν μάλλον δεν έχουν συνειδητοποιήσει την πολυπλοκότητα του πολέμου και των επιχειρήσεων.
Αν κοιτάξουμε στην Κύπρο το ‘74 και στα Ίμια το ‘96, όπου δεν υπήρξε εμπλοκή της ΣΤΡΑΤΙΑΣ, δεν νομίζω ότι η διοίκηση και ο έλεγχος ενασκήθηκαν με τον αποτελεσματικότερο τρόπο. Η ύπαρξη ενός τέτοιου Στρατηγείου είναι θεμελιώδης για την σχεδίαση και διεξαγωγή των χερσαίων επιχειρήσεων για τον ελληνικό χώρο. Η απουσία του ή παροπλισμός του, στους αγώνες του Έθνους τον 20ο αιώνα, είχε αρνητικές επιπτώσεις, όπως θα έχει και στο μέλλον αν προκύψει η ανάγκη.
Κατ’ αναλογία πρέπει να τηρηθούν, οι ίδιες αρχές και κανόνες για τα αντιστοιχία Στρατηγεία του αυτού επιπέδου των άλλων Κλάδων. Ως εκ τούτου, αυτοί που θα κληθούν να λάβουν τις αποφάσεις, πρέπει να προβληματισθούν και να αναλογισθούν τις ευθύνες για τις λύσεις που θα προκριθούν.
Επανερχόμενοι πάλι στο κύριο θέμα την αναδιοργάνωση, αν θέλουμε να είναι ουσιαστική και με μέλλον, πρέπει να καλύψει όλη την αρχιτεκτονική της άμυνας και να ακουμπήσει τα πάντα. Δεν υπάρχει άβατο ούτε απροσπέλαστοι και ιεροί χώροι. Ας αρχίσουμε από την κορυφή. Το ΚΥΣΕΑ, θεσμικά, οργανωτικά και λειτουργικά καλύπτει τις σύγχρονες αλλά και μελλοντικές ανάγκες της χώρας; Η απάντηση είναι σαφώς όχι, απαιτούνται βελτιώσεις και ενδεχομένως επαναπροσέγγιση. Τι θα λέγαμε για Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας;
Προχωράμε στο Υπουργείο Αμύνης. Είναι η δομή του λειτουργική, οικονομική, αποδοτική και αποτελεσματική; Ας αρχίσουμε από τα απλά, υπάρχουν Πινάκες Οργανώσεως και καθηκοντολόγιο για την κάλυψη των θέσεων; Και τώρα στα πιο δύσκολα, έχει το Υπουργείο την επιτελική ικανότητα με την παρούσα δομή να εφαρμόσει και να υποστηρίξει την Υψηλή ή Εθνική Στρατηγική που έχει εγκρίνει το ΚΥΣΕΑ;
Δεν θα δώσω απάντηση, όχι γιατί δεν μπορώ, αλλά γιατί πρέπει να τη δώσουν αυτοί που θα ασχοληθούν με την αναδιοργάνωση. Όλες οι δημοκρατίες δυτικού τύπου έχουν υιοθετήσει το μοντέλο που είναι διεθνώς γνωστό ως MoD, εμείς θα συνεχίσουμε με ελληνική ιδιαιτερότητα ή θα ανοίξουμε το διάλογο για μια άλλη μορφή Υπουργείου.
Ερχόμαστε στη Διακλαδική Δομή Διοικήσεως. Στο ΓΕΕΘΑ, συμποσούνται το στρατηγικό και το επιχειρησιακό επίπεδο, με σημαντικές δυσχέρειες, επικαλύψεις και δυσλειτουργίες. Διεθνώς τα δύο αυτά επίπεδα είναι διαχωρισμένα. Το στρατιωτικό στρατηγικό επίπεδο έχει ενταχθεί στο MoD, ενώ για το επιχειρησιακό επίπεδο έχει συγκροτηθεί Διακλαδικό Επιχειρησιακό Στρατηγείο.
Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε μια τέτοια λύση ή και κάποια άλλη, ή θα εξακολουθήσουμε την πεπατημένη, η οποία όταν απαιτήθηκε δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στις επιχειρησιακές ανάγκες με αποτέλεσμα την αποτυχία; Θα καθορίσουμε τέσσερις τμηματικούς διοικητές, χερσαίος, ναυτικός, αεροπορικός και ειδικών επιχειρήσεων, ή θα προχωρήσουμε με ελληνικές «ευρεσιτεχνίες», εκτός του δόγματος επιχειρήσεων και του υφιστάμενου νομικού πλαισίου;
Σε ό,τι αφορά στα Γενικά Επιτελεία πρέπει να αποσαφηνίσουμε το ρόλο τους. Δεν μπορεί να ακροβατούν μεταξύ παρόχου δυνατοτήτων (force providers) στον Διακλαδικό Διοικητή, Τμηματικού Διοικητή, Γενικού Επιτελείου και κατά κάποιες ακραίες απόψεις, Κλάδου του ΓΕΕΘΑ ή και απλού παρατηρητού.
Σε περίπτωση που επιλεγεί για το Υπουργείο το μοντέλο του MoD, τότε όπως και το ΓΕΕΘΑ θα πρέπει να ενταχθούν σε αυτό. Σε κάθε περίπτωση, κάτω από κάθε Γενικό Επιτελείο πρέπει να υπάρχουν τρείς διακριτές διοικήσεις, μια των επιχειρησιακών μονάδων, άλλη υποστηρίξεως και μια τρίτη εκπαιδεύσεως.
Και τώρα προχωράμε στη Δομή Δυνάμεων, το σημαντικότερο στοιχείο της οποίας αναδιοργάνωσης, τους μαχητές. Με τις πρακτικές που προανέφερα και ακολουθηθήκαν στο παρελθόν, δύσκολα θα καταλήξουμε σε ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο σχεδιασμός πρέπει να έχει βάθος εικοσαετίας.
Η πολιτική ηγεσία πρέπει να επαναπροσεγγίσει και επανακαθορίσει το επίπεδο των επιθυμητών εθνικών δυνατοτήτων και να προσδιορίσει το ύψος του ανθρώπινου δυναμικού και των οικονομικών πόρων που πραγματικά θα διατεθούν, λαμβάνοντας υπόψη το δημογραφικό πρόβλημα αλλά και την οικονομική κατάσταση.
Με βάση αυτά και λεπτομερή ανάλυση, η στρατιωτική ηγεσία πρέπει να καταρτίσει μια πλήρως λειτουργική δομή, θα έλεγα έστω και καθ’ υπερβολή από μηδενική βάση, ικανή να φέρει σε πέρας τα έργα και τις αποστολές που θα της ανατεθούν, εντός των παραμέτρων του χώρου του χρόνου και των απειλών.
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να διαμορφωθεί η δομή διοικήσεως χερσαίων, ναυτικών και αεροπορικών επιχειρήσεων και να επανεξετασθεί το εκπαιδευτικό σύστημα και το σύστημα υποστηρίξεως των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων.
Η δομή που θα προκύψει, δεν πρέπει να παραμείνει στο επίπεδο των παραλληλογράμμων των οργανογραμμάτων. Πρέπει να συνοδευτεί με υλοποιήσιμα προγράμματα στελέχωσης, υποστήριξης, εξοπλισμού (ναι απαιτούνται και τέτοια), σταδιοδρομικής εξέλιξης και εσωτερικής κινητικότητας προσωπικού (υπάρχει και το θέμα των ορίων συνταξιοδότησης), μισθολογίου με νέα φιλοσοφία και προσέγγιση το οποίο τυγχάνει κοινωνικής αποδοχής και ικανοποιεί το περί δικαίου αίσθημα των στελεχών, νέου νόμου περί καταστάσεως στελεχών και πειθαρχικού πλαισίου.
Δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος. Η αναδιοργάνωση του 2013, όπως και οι προηγούμενες, απέτυχε και δύο χρόνια μετά επανεξετάζεται γιατί δεν τηρηθήκαν τα παραπάνω, όπως επίσης και βασικές αρχές της οργανώσεως.
Όλα αυτά για να γίνουν απαιτείται η συμμετοχή και η συνδρομή του προσωπικού. Προσωπικό που αισθάνεται ανασφάλεια και κίνδυνο απώλειας της εργασίας του, σε μια περίοδο υψηλότατης ανεργίας, δεν θα είναι σύμμαχος, θα είναι αντίπαλος και τροχοπέδη, με αρνητικές όπως είναι φυσικό επιπτώσεις στην αμυντική ικανότητα της χώρας. Δηλώσεις ότι η τρόικα ζητά την απόλυση στελεχών δεν βοηθούν. Η άμυνα της χώρας είναι εθνική υπόθεση και κανένας δεν την εγγυάται, άρα εμείς είμαστε που θα αποφασίσουμε και όχι τρίτοι.
Σε κάθε περίπτωση, μιλώντας τουλάχιστον για την περίοδο που έχω άμεση γνώση, ουδέποτε τέθηκε θέμα απόλυσης στελεχών. Η ηγεσία ήταν και θεωρώ ότι παραμένει και τώρα αρνητική σε απολύσεις, γιατί δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις στελέχωσης.
Από τον Οκτώβριο 2012 υπάρχει απόφαση του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβούλιου εγκεκριμένη και από το Συμβούλιο των Αρχηγών Γενικών Επιτελείων με τίτλο «Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού. Διερεύνηση Τρόπων Καλύψεως Οροφής Ειρήνης», βεβαίως υπάρχουν και μεταγενέστερες με παρόμοιο περιεχόμενο, που προτείνει, χρησιμοποίηση των αυξημένης ηλικίας ΕΠΟΠ σε θέσεις χαμηλών βιολογικών απαιτήσεων, αύξηση θητείας στρατευσίμων σε 12 μήνες, εθελοντική στράτευση των γυναικών σε πρώτη φάση, πρόσληψη ΕΠΟΠ για κάλυψη επιτακτικών επιχειρησιακών απαιτήσεων κ.λπ.
Δυστυχώς παρότι διάφορα στοιχεία των προτάσεων έχουν δει το φως της δημοσιότητας κατά καιρούς, δεν έχει αξιοποιηθεί από τις πολιτικές ηγεσίες επί τριετία. Βεβαίως για να ζητήσεις νέες θυσίες από την ελληνική κοινωνία πρέπει να τις προσφέρεις κάτι σαν αντιστάθμισμα και το κυριότερο να πείσεις ότι θα γίνει κάτι ουσιαστικό.
Στη δομή που θα σχεδιασθεί πρέπει να δικαιολογείται η θέση και του τελευταίου στρατεύσιμου, με συγκεκριμένο και επαρκές έργο, όπως επίσης και ο σκοπός και το αποτέλεσμα και του τελευταίου λεπτού του ευρώ που δαπανάται. Ο χρόνος τρέχει και τα προβλήματα διευρύνονται, θεωρώ ότι η στελέχωση πρέπει να αντιμετωπισθεί, με άξονα το προσωπικό να αισθάνεται ασφάλεια, ώστε να συνδράμει στην αναδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων.
Επίσης, πρέπει να αντιμετωπισθεί η επιβίωση, η υποστήριξη, και η λειτουργικότητα της αμυντικής βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης της χώρας, ένα τεράστιο και πραγματικά εθνικής σημασίας θέμα.
Το αμυντικό σύστημα της μεταπολίτευσης, με τις οποίες αδυναμίες του, στήριξε την πορεία της χώρας, θα έλεγα αποτελεσματικά. Διαφαίνεται ότι δεν μπορεί να συνεχίσει, χρειάζεται βαθιές, ρηξικέλευθες και αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις για να μπορέσει να στηρίξει τη μελλοντική πορεία.
Η αντιμετώπιση της αρχιτεκτονικής τους αμυντικού συστήματος της χώρας απαιτεί μακροπρόθεσμο και σε βάθος σχεδιασμό απαλλαγμένο από μικροπολιτικές παρεμβάσεις και βραχυπρόθεσμες επιδιώξεις. Πρέπει να ξεφύγει από τον κομματικό έλεγχο και να προσανατολισθεί στον αντικειμενικό πολιτικό έλεγχο. Επίσης, πρέπει να εστιασθεί στις σοβαρές δομικές, οργανωτικές και λειτουργικές αδυναμίες.
Όπως έδειξε η εμπειρία, μια τέτοια προσπάθεια ξεπερνά τις δυνατότητες των εκάστοτε κυβερνήσεων. Τα στοιχεία συναίνεσης του πολιτικού συστήματος που διαμορφωθήκαν για την αντιμετώπιση του οικονομικού προβλήματος, θεωρώ ότι πρέπει κατ’ αναλογία να αξιοποιηθούν και για την αντιμετώπιση του αντίστοιχου αμυντικού.
Τελειώνοντας, θεωρώ ότι η απόφαση είναι δική μας. Πρέπει να δούμε την πραγματικότητα κατάματα. Πρέπει να κινηθούμε προς το μέλλον για κάτι νέο δυναμικό, αποδοτικό, αποτελεσματικό και ικανό να διασφαλίσει την άμυνα της χώρας, βασισμένο στα υπαρκτά δεδομένα, παρά να συνεχίσουμε τον αγώνα οπισθοφυλακών, που διεξάγεται την τελευταία δεκαπενταετία, για να διατηρήσουμε ένα αμυντικό σύστημα που καταφανώς χωλαίνει και θα μας οδηγήσει σε μια «επιφανειακή» επιχειρησιακή δύναμη.