(17
Ιουνίου 2020)
Ομαδική
εργασία των παρακάτω μελών του ΕΛΙΣΜΕ
Βλάχου Μαρία
(Υποψήφια Δρ Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών)
Δασκαλάκης Ιπποκράτης
(Αντιστράτηγος εα)
Ηλιόπουλος Δημήτριος
(Πρέσβης ετ)
Κατσαρός Παναγιώτης (Αντιπτέραρχος
εα)
Πούλος Αδριανός (Αντιναύαρχος
εα)
Σκυλάκης Λάζαρος
(Αντιστράτηγος εα)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η
Τουρκία υπό την ηγεσία του Recep Tayyip Erdoğan επιδιώκει να καταστεί περιφερειακή υπερδύναμη
εμπλεκόμενη ενεργά σε όλα τα ανοικτά μέτωπα της περιοχής με βασικά όπλα την
ισχύ των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, τις δυναμικές παρεμβάσεις αλλά και την
ισλαμική ιδεολογία ενώ παράλληλα σχοινοβατεί μεταξύ Δύσεως και Ανατολής.
Ο μακροπρόθεσμος αυτός στόχος προϋποθέτει την απόκτηση σχετικής ενεργειακής
επάρκειας
μέσω ελέγχου των πηγών και οδών διέλευσης ενέργειας και των ζωτικών για τα
σχέδια της, κρατών και περιοχών. Η εφαρμογή της παραπάνω στρατηγικής -που
εμπεριέχει και αναθεωρητικά στοιχεία- δημιουργεί συνθήκες αστάθειας αλλά και
αντισυσπείρωσης των επηρεαζόμενων κρατών. Την αναπόφευκτη αυτή αντίδραση
προσπαθεί να αντιμετωπίσει η Άγκυρα με την δημιουργία ενός σουνιτικού άξονα με
βασικό στήριγμα το Κατάρ,
διάσπαρτες στην περιοχή δυνάμεις
που πρόσκεινται στο κίνημα των «Αδελφών Μουσουλμάνων» και παραδόξως αγγίζει
μέχρι και το σιιτικό καθεστώς της Τεχεράνης. Οι περιφερειακές φιλόδοξες
στοχεύσεις και εμπλοκές της Τουρκίας συνεπάγονται σημαντικό οικονομικό κόστος
για αυτήν ενώ εγείρεται και το ερώτημα των ορίων και αντοχών της τουρκικής
οικονομίας ειδικά σε περίπτωση εξωγενών στοχευμένων οικονομικών πιέσεων. Στο
πλαίσιο αυτών των επιδιώξεων, η τουρκική εμπλοκή στη λιβυκή κρίση αποτελεί
βασικό -ίσως και αναπόφευκτο- στοιχείο της στρατηγικής της Άγκυρας για την
εκπλήρωση των πολλαπλών αλληλένδετων επιμέρους στόχων της. Επιδίωξη της
παρούσας ανάλυσης είναι η παρουσίαση και εξέταση των στόχων και στρατηγικής της
Άγκυρας στην περιοχή της Λιβύης, σε αντιπαράθεση με τους αντίστοιχους
σχεδιασμούς και αντιδράσεις των λοιπών εμπλεκομένων και η εκτίμηση των πιθανών
εξελίξεων, πάντα υπό το πρίσμα της επίδρασης τους (και ειδικά των μνημονίων
Τουρκίας-Λιβύης) στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ίσως
η μεγαλύτερη δυσκολία του κειμένου που έχετε στα χέρια σας, είναι τα ταχέως
εξελισσόμενα γεγονότα τα οποία συνεχώς ξεπερνούν τα διαρκώς αναθεωρούμενα
προσχέδια των συντακτών της.
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ (προ 2020)
Η τουρκική εμπλοκή στη Λιβύη και πρωτίστως στην
περιοχή της Τριπολίτιδας δεν προήλθε μόνο από επίπονες διπλωματικές διεργασίες
και μακρόπνοους στρατηγικούς σχεδιασμούς, αλλά πηγάζει και από τους ισχυρούς
ιστορικούς δεσμούς μεταξύ της Άγκυρας και Τρίπολης. Μέσα στα 360 χρόνια της
οθωμανικής κυριαρχίας δημιουργήθηκε «η αναγκαία τουρκογενής μειονότητα», που
χρησιμοποιεί σήμερα η Τουρκία για να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα στην περιοχή.
Η τουρκική μειονότητα, είναι η τρίτη πληθυσμιακή κοινότητα μετά τις αραβικές
φυλές και τους Βερβερίνους και διαβιεί στην βορειοδυτική Λιβύη και κυρίως στις
πόλεις Μιστράτα και Τρίπολη.
Κατά τη διάρκεια της «κανταφικής περιόδου» η Τρίπολη προέβηκε σε ενέργειες
«αραβοποιήσεως» των μειονοτήτων.
Παρά ταύτα, η τουρκική διπλωματία χρησιμοποιεί επιδέξια τους ομογενείς της
για να εμπλακεί με επιτυχία στην περιοχή, με σχετικά παραπλήσιο τρόπο που
χρησιμοποίησε την τουρκική κοινότητα στην Κύπρο.
Το 2011, η Τουρκία ήταν από τις πρώτες χώρες
που διέκοψε τους δεσμούς της με τη Λιβύη
και υποστήριξε τους στασιαστές.
Η -μάλλον άστοχη- εμπλοκή των δυτικών δυνάμεων το 2011, οδήγησε στην ανατροπή
του Καντάφι αλλά απέτυχε στην εγκαθίδρυση ενός λειτουργικού κράτους και η χώρα
παραδόθηκε σταδιακά στο χάος (1ος εμφύλιος πόλεμος) γινόμενη πηγή
αστάθειας για την περιοχή (failed state). Την έκρυθμη αυτή κατάσταση θα εκμεταλλευτεί η
τουρκική διπλωματία για να προωθήσει τις επιδιώξεις της, επηρεάζοντας την GNA στο δυτικό τμήμα (Τριπολίτιδα). Την ίδια περίοδο
η ελληνική διπλωματία παρέχει περιορισμένη ανθρωπιστική βοήθεια
και αποφεύγει οποιαδήποτε ανάμειξη παρά την ενεργό εμπλοκή της στο διεθνή
συνασπισμό που υποστήριξε δυναμικά την πτώση του καθεστώτος του Καντάφι.
Το 2014, σηματοδοτεί την έναρξη του
δεύτερου εμφυλίου που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, μεταξύ Τριπολίτιδας και
Κυρηναϊκής.
Ο Sarraj
και ο Στρατάρχης Haftar θα επιδοθούν σε ένα αγώνα επικράτησης και σε μια
αναζήτηση προστατών, ελισσόμενοι άλλοτε πολιτικά και άλλοτε στρατιωτικά,
ανάλογα με την εκάστοτε γεωστρατηγική κατάσταση και τις διεθνείς εμπλοκές. Η
Άγκυρα άδραξε την ευκαιρία προμηθεύοντας οπλισμό και πυρομαχικά την Τρίπολη (η GNA πρόσκειται ευνοϊκά στους «Αδελφούς
Μουσουλμάνους») αλλά και τους ισλαμιστές αντάρτες σε όλη τη διάρκεια του συνεχιζόμενου
δεύτερου εμφυλίου με την εμπλοκή της να αυξάνεται δραματικά από τα τέλη του
2019.
Για την Ελλάδα, από το 2014, αρχίζει μια περίοδος
πλήρους απουσίας από τα δρώμενα της Λιβύης.
Η ελληνική διπλωματία ήταν ανενεργή και αδρανής καθώς οι ελληνικές κυβερνήσεις
ήταν απορροφημένες με την οικονομική κρίση.
Ταυτόχρονα σε διεθνές επίπεδο οι όποιες προσπάθειες για εξεύρεση μιας πολιτικής
και ειρηνικής επίλυσης των διαφορών ήταν άνευ αποτελέσματος, λόγω των
αντιτιθεμένων στρατηγικών επιδιώξεων και συμφερόντων των πολλαπλών
εμπλεκομένων.
Μετά
τον Μάρτιο του 2016, οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο αντίπαλων κοινοβουλίων, House of Representatives (Tobruk) και General National Congress (GNC), στην Τρίπολη,
εντάθηκαν. Παρά τη στήριξή της στο παρελθόν, η House of Representatives απέσυρε
την αναγνώρισή της για την GNA ψηφίζοντας εναντίον της το καλοκαίρι του 2016
και έγινε ανταγωνιστής για τη διακυβέρνηση της χώρας. Καίτοι η GNA δεν διαθέτει πλέον την επίσημη έγκριση
και στήριξη της House
of Representatives (η οποία με τη σειρά της
δεν αναγνωρίζεται ως νόμιμη από το General National Congress) εξακολουθεί να
αναγνωρίζεται, από τα Ηνωμένα Έθνη ως νόμιμη κυβέρνηση.
Το ρήγμα μεταξύ ανατολικού και δυτικού τμήματος
βάθυνε, μετά την μεγάλης κλίμακας επίθεση του στρατάρχη Haftar προς κατάληψη του συνόλου της λιβυκής
επικράτειας, στις 4 Απριλίου 2019. Στις συγκρούσεις αμφότερες οι πλευρές
χρησιμοποίησαν και ένα συνονθύλευμα Α/Φ επιφέροντας πλήγματα κυρίως ψυχολογικού
αποτελέσματος και απώλειες αμάχων. Οι δυνάμεις GNA χρησιμοποίησαν Α/Φ που επισκεύασαν Ουκρανοί
τεχνικοί, κυρίως MIG 23/25 αλλά και G-2 Galeb
και L-39ZO Albatros. Ανάλογα, ο
αρχικά υποδεέστερος αεροπορικά LNA ενισχύθηκε το 2017 από τους Ρώσους με MIG 23, από τους Αιγύπτιους με 8 MIG 21 και από ΗΑΕ-Αίγυπτο με ελικόπτερα Mi-8T και
Mi-24. Υποστήριξη για να τεθεί σε ενέργεια το τελευταίο Mirage F-1 με ένα κινητήρα, δόθηκε από πηγές της Ελλάδας,
σύμφωνα με δημοσιεύματα.[20]
Τον Μάρτιο του 2019 και οι δύο πλευρές χρησιμοποίησαν περίπου από 15 μαχητικά
Α/Φ [21]
για αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Δημοσιεύματα πιθανολογούν ότι την περίοδο μεταξύ Ιουλίου-Νοεμβρίου 2019,
μαχητικά αεροσκάφη (μάλλον Mirage 2000-9 των ΗΑΕ) προκάλεσαν μαζικές απώλειες
σε πολίτες κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών.[22] Παράλληλα,
τον Απρίλιο του 2019, τα ΗΑΕ εφοδίασαν τον LNA με κινεζικά UCAV
Wing Loong 2.
Η δυσχερέστατη θέση της Τρίπολης ανάγκασε τον
αρχικά διστακτικό Sarraj να ζητήσει απεγνωσμένα τη βοήθεια της
Άγκυρας. Η Άγκυρα ανταποκρίθηκε πρόθυμα
και καθώς εξελίσσονταν η μάχη για τον έλεγχο της Τρίπολης, Μάιος 2019, προώθησε
οχήματα kipri/MRAP, βουλγαρικά τυφέκια εφόδου, MANPADs, ATGMs και δύο σταθμούς
ελέγχου για UCAVs Bayraktar TB2 με
σημαντικό αριθμό drones. Η τουρκική παρουσία στα
περίχωρα της Τρίπολης έγινε ορατή μετά τον Ιούνιο του 2019 με την υποστήριξη
των δυνάμεων του GNA μέσω των βομβαρδισμών
των Bayraktar TB2.
Κατά μία εκδοχή αυτοί οι βομβαρδισμοί απέτρεψαν την κατάληψη της Τρίπολης από
τον LNA. Την περίοδο εκείνη, τα ΗΑΕ
και η Τουρκία εκτέλεσαν πάνω από 850 και 250 επιθέσεις drones αντίστοιχα.[26]
Ο πρώην απεσταλμένος του ΟΗΕ στη Λιβύη, Ghassan Salamé,
ανέφερε ότι πρόκειται για τον μεγαλύτερο πόλεμο με drones στον κόσμο. Στις 18 Ιουνίου 2019 τα ΗΑΕ
ανέπτυξαν συστήματα αεράμυνας ρωσικής κατασκευής Pantsir S-1 στη δυτική Λιβύη. Τα εν λόγω συστήματα κατέρριψαν 21
τουρκικά
drones μέχρι 7 Ιουν 2020 (εκ των οποίων 19 Bayraktar/TB2, 1 IAI Harop και 1 STM
Kargu) .
Οι συνεχόμενες εμπλοκές διαφόρων χωρών κυρίως με
προμήθεια πολεμικών υλικών και μισθοφόρων οδήγησε το Συμβούλιο Ασφαλείας στη
λήψη της Resolution 2486 (2019)/12 Sep 2019 για επιβολή embargo στη Λιβύη.
Η τουρκική συνδρομή ήταν καθοριστική Ο Erdoğan προσέφερε προστασία και η Τρίπολη «γη και ύδωρ».
Η σημερινή ανατροπή της δυσμενούς για τον Sarraj κατάστασης οφείλεται κυρίως στην τουρκική
συνδρομή με αποτέλεσμα την απόλυτη πλέον εξάρτηση της GNA από την Άγκυρα. Εύκολα πλέον η Άγκυρα επέβαλε
στην εξαρτημένη Τρίπολη την υπογραφή και επικύρωση δύο συμφωνιών, με τις οποίες
αλλάζει άρδην τα γεωπολιτικά δεδομένα σε Λιβύη και Ανατολική Μεσόγειο.
Οι συμφωνίες αφενός του καθορισμού - οριοθέτησης
των θαλασσιών ζωνών (ΑΟΖ) μεταξύ των δύο χωρών
και αφετέρου της στρατιωτικής συνεργασίας, που υπογράφηκαν στις 27 Νοεμβρίου
2019, μετέτρεψαν τη Τουρκία σε χώρα ρυθμιστή στην περιοχή και έθεσαν εν
αμφιβόλω τα συμφέροντα του Ελληνισμού. Η όλη κατάσταση επιδεινώθηκε έτι
περισσότερο με την κατάθεση της πρώτης
συμφωνίας (περί θαλασσίων ζωνών) στον ΟΗΕ από την Άγκυρα. Οι έντονες
διαμαρτυρίες, ανακοινώσεις και ενστάσεις της Ελλάδος προς όλους τους φορείς
περί ακυρότητας μιας καταφανώς παράνομης συμφωνίας, που αντίκειται στο διεθνές
δίκαιο, στη λογική και στη γεωγραφία έχουν την αξία τους, αλλά δεν αναιρούν το
τελικό αποτέλεσμα. Η χώρα μας εκ του αποτελέσματος αιφνιδιάστηκε (ή τουλάχιστον
δεν στάθηκε ικανή να παρεμποδίσει μια ανάλογη αρνητική ενέργεια) και
αναγκάστηκε να προβεί σε σπασμωδικές -αλλά επιβεβλημένες- κινήσεις στην
εναγώνια προσπάθειά της να αναιρέσει τα τετελεσμένα.
ΤΡΕΧΟΥΣΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ (2020)
Στις
8 Ιανουαρίου 2020, οι Ρώσοι και Τούρκοι πρόεδροι Putin και Erdoğan
κατέθεσαν κοινή πρόταση για συμφωνία εκεχειρίας στη Λιβύη. Η αναβάθμιση της Άγκυρας σε μείζονα «στρατηγικό
παίκτη», πλέον της αποφασιστικής στρατιωτικής εμπλοκής στην περιοχή, αποδείχτηκε
και στις ενδολιβυκές συνομιλίες της Μόσχας, 13 Ιανουαρίου και στην διάσκεψη του
Βερολίνου -υπό την αιγίδα του ΟΗΕ- για την Λιβύη, 19 Ιανουαρίου 2020.
Οι πρώτες ναυάγησαν λόγω της μη αναμενόμενης αποχώρησης του Haftar, ενέργεια που αποδίδεται από τον ίδιο στην
«απληστία της Τουρκίας» και κατά άλλους στην παρέμβαση των αραβικών χωρών που
τον υποστηρίζουν (Αίγυπτος και ΗΑΕ). Η δεύτερη προσπάθεια «για μια κυρίαρχη
Λιβύη και για τον κατευνασμό στο εσωτερικό της χώρας» επίσης απέτυχε. Η
συνδιάσκεψη του Βερολίνου απέδειξε και τον δευτερεύοντα ρόλο που διαδραματίζει
η χώρα μας στα δρώμενα στην Βόρειο Αφρική και στην Ανατολική Μεσόγειο. Η
επιδεικτική μη πρόσκλησή της ήταν αποτέλεσμα της διπλωματικής ανυπαρξίας του
πρόσφατου παρελθόντος, αλλά κυρίως της γεωπολιτικής απομείωσης της Ελλάδος ως
«ισχυρού παίκτη».
Η αναζωπύρωση των συγκρούσεων από
τις αρχές του 2020 και η αυξανόμενη εμπλοκή ξένων δυνάμεων οδήγησε το Συμβούλιο
Ασφαλείας στη λήψη της Απόφασης 2510 (2020)/12 Φεβρουαρίου
2020 απαιτώντας από τα
αντιμαχόμενα μέρη να δεσμευτούν για «διαρκή κατάπαυση του πυρός» σύμφωνα με
τους όρους που είχαν συμφωνήσει οι στρατιωτικοί εκπρόσωποι (Joint Military Commission) και των δύο πλευρών στις συνομιλίες
στη Γενεύη. Παράλληλα καλούσε όλες τις χώρες να απέχουν από την ενίσχυση των
αντιμαχόμενων πλευρών και έκανε έκκληση για την απόσυρση όλων των μισθοφορικών
δυνάμεων. Η Απόφαση καταστρατηγήθηκε από
όλες τις πλευρές.
Οι συνεχόμενες μεταφορές πολεμικού υλικού
επέτρεψαν την Τουρκία, τον Φεβρουάριο 2020 να δημιουργήσει μια αντιαεροπορική
ομπρέλα προστασίας[35]
με συστήματα κατευθυνομένων βλημάτων μεσαίου βεληνεκούς MIM-23 Hawk, μικρού
βεληνεκούς SAMs Hisar και αντιαεροπορικά πυροβόλα Korkut, πέριξ της πρωτεύουσας προστατεύοντας ζωτικούς
στόχους μεταξύ των οποίων και οι εγκαταστάσεις χρήσης και ελέγχου των τουρκικών
drones. Αυτή η προστασία συνδυασμένη με αυξημένη
παρουσία Τούρκων χειριστών
και ανάλογου εξοπλισμού, επέτρεψαν τις δυνάμεις GNA να αυξήσουν τον αριθμό και
την αποτελεσματικότητα των δικών τους επιχειρήσεων drones.
Επιπρόσθετα, η χρήση (του δοκιμασμένου στη Συρία)
του τουρκικής κατασκευής συστήματος ηλεκτρονικής αναγνώρισης και παρεμβολής Koral,
από το αεροδρόμιο Mitiga, υπήρξε καταλυτικής σημασίας.
Η χρήση του επέτρεψε την παρεμβολή των συστημάτων radars των Pantsir και των δικτύων (datalink) των Wing Loong drones. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον
εντοπισμό και «τύφλωση» των radars των Pantsir και στη
συνέχεια τον ακριβή βομβαρδισμό και καταστροφή τους από τα Bayraktar TB2.
Επιπλέον η παρεμβολή των datalink εξουδετέρωσε την πλοήγηση των Wing Loong
drones περιορίζοντας τις επιχειρήσεις τους στην περιοχή της Τρίπολης.
Ουσιαστικά, οι επιχειρήσεις των δυνάμεων της GNA -και ειδικά αυτές με την χρήση σύγχρονων οπλικών
συστημάτων- σχεδιάζονται, οργανώνονται και συντονίζονται από Τούρκους
αξιωματικούς και εκτελούνται από Τούρκους χειριστές ή εξειδικευμένους
μισθοφόρους.
Αμφότερες οι πλευρές έχουν έλλειψη γηγενούς εκπαιδευμένου προσωπικού σε
σύγχρονα οπλικά συστήματα ενώ χρησιμοποιούν γηρασμένους και με ανεπαρκή
εκπαίδευση χειριστές (ειδικά στην αεροπορία). Κατά συνέπεια, συχνή είναι η
χρήση μισθοφόρων πιλότων, τεχνικών,
πλέον των απλών μισθοφόρων μαχητών που ενισχύουν τις δυνάμεις των GNA και LNA.
Σημαντικότατη ήταν η συμβολή της Άγκυρας στην
αλλαγή της πορείας του εμφυλίου με την μεταφορά πλήθους Σύριων ισλαμιστών
μαχητών στην Λιβύη.
Ο ακριβής αριθμός τους, που παρουσιάζει αυξητική τάση, είναι άγνωστος, αλλά
υπολογίζεται από 4 έως 8 χιλιάδες.
Η Τουρκία έχει αναλάβει την πληρωμή τους (περίπου 2.000 Ευρώ μηνιαίως), την
ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και τη μεταφορά των νεκρών στην γενέτειρά τους.
Πληροφορίες αναφέρουν τη μη πλήρη τήρηση των δεσμεύσεων.
Τον τελευταίο μήνα, δεκάδες καθημερινές πτήσεις
μεταγωγικών Α/Φ της Τουρκίας (C-130 και Airbus A-400M Atlas) και του Κατάρ μεταφέρουν εξοπλισμό, εφόδια και
προσωπικό στην ελεγχόμενη από την GNA περιοχή παρακάμπτοντας το FIR Αθηνών (κίνηση κυρίως μέσω FIR Λευκωσίας και Καϊρου). Ο συνολικός αριθμός και τύπος των δυνάμεων και
μέσων που έχει εμπλέξει η Τουρκία δεν είναι δυνατόν να αποτυπωθεί με ακρίβεια,
καθόσον οι πληροφορίες είναι διαβαθμισμένες και η ροή της υποστήριξης προς τη
Λιβύη αδιάλειπτη.
Στο επιχειρησιακό πεδίο επιδίωξη της Άγκυρας είναι η εξασφάλιση της Τρίπολης
(επετεύχθη), η απώθηση των δυνάμεων του LNA (σε εξέλιξη) και η κατάληψη του μεγαλυτέρου μέρους
της βορειοδυτικής Λιβύης εξασφαλίζοντας πλεονεκτήματα για ενδεχόμενες
διαπραγματεύσεις. Η κατάληψη της παραλιακής λωρίδας δυτικά της Τρίπολης (Sabrata και Al Zawiyah), καθώς και της στρατηγικής σημασίας αεροπορικής
βάσης Al Watiyah νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας εντάσσονται σε αυτό το
πλαίσιο.
Αξιοσημείωτη είναι και η εμπλοκή σημαντικού
τμήματος του τουρκικού στόλου, ανοικτά των ακτών της Λιβύης, αποτελούμενο από
φρεγάτες
και πλοία υποστηρίξεως. Την όλη εκστρατευτική επιχείρηση υποστηρίζει με ένα
εκτεταμένο δίκτυο συλλογής, ερμηνείας και εκμετάλλευσης πληροφοριών, καθώς και
ένα σύστημα επιμελητείας (Διοικητικής Μέριμνας) στηριζόμενο σε επιτόπιους
πόρους και σε μεταφορά υλικών και εφοδίων από την Τουρκία. Επίσης από τον Μάιο,
τουρκικά ιπτάμενα ραντάρ (E-7 Boeing 737 airborne early-warning and
control-radar aircraft)[47]
φαίνεται να ελέγχουν και να διεξαγάγουν ηλεκτρονική αναγνώριση στις βόρειες
περιοχές της Λιβύης. Αντίστοιχες πτήσεις επιτήρησης ελληνικών ιπτάμενων ραντάρ
θα πρέπει να θεωρούνται βέβαιες στην περιοχή νότια της Κρήτης.
Τον ίδιο μήνα και κατόπιν της αρνητικής τροπής
που πήραν οι επιχειρήσεις για τον LNA, η Ρωσία
μεταστάθμευσε 14 μαχητικά
(που τα πετούσαν μισθοφόροι) στην κεντρική Λιβύη προφανώς για να αποθαρρύνει
την εξάπλωση των τουρκικών αεροπορικών επιχειρήσεων σε βάρος του LNA. Αντίστοιχα, από την πλευρά της Αιγύπτου, πρόσφατες
πληροφορίες κάνουν λόγο για μετακινήσεις αιγυπτιακών δυνάμεων (άρματα Μ-60) προς
τα σύνορα με τη Λιβύη. [49]
Στηριζόμενη στις συμφωνίες με την
Τρίπολη, η Άγκυρα απροκάλυπτα πλέον διεξαγάγει μια εκστρατεία στην
βορειοαφρικανική χώρα με την εμπλοκή όλων των κλάδων των Τουρκικών Ενόπλων
Δυνάμεων (ΤΕΔ). Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξήχθησαν μέχρι τώρα είναι
υποδηλωτικές της αποτελεσματικότητας, του υψηλού επαγγελματισμού, της άρτιας
εκπαίδευσης και του συντονισμού των ΤΕΔ. Η Τουρκία ουσιαστικά «εισέβαλε»,
προσκεκλημένη στην παρούσα συγκυρία, στην τέταρτη κατά σειρά χώρα, μετά την Κύπρο,
το Ιράκ και τη Συρία.
Σε όλες τις «ειρηνικές και ανθρωπιστικές» επεμβάσεις της χρησιμοποίησε ως
πρόσχημα (και) την προστασία των τουρκογενών και/ή των Μουσουλμάνων που
διαβιούν στις συγκεκριμένες χώρες.
Η ειδοποιός διαφορά με τις
προηγούμενες στρατιωτικές επιχειρήσεις είναι ότι η τελευταία δεν διεξάγεται
στον εγγύς γεωγραφικό της περιβάλλον, αλλά σε σημαντική απόσταση από αυτήν,
γεγονός που απαιτεί την ύπαρξη ιδιαιτέρων στρατιωτικών και τεχνολογικών
δυνατοτήτων αλλά συμπεριλαμβάνει και σημαντικό ρίσκο. Ο Erdoğan αποφάσισε να αναλάβει αυτήν την εκστρατεία
υψηλού κινδύνου,
ένεκα της διαρκούς αύξησης της ισχύος της Τουρκίας, της αυτοπεποίθησης που
προκαλούν οι προηγηθείσες εμπλοκές αλλά κυρίως διότι το διακύβευμα για τον ίδιο
και την χώρα του είναι σημαντικό προς πολλές κατευθύνσεις. Ο ρόλος που θα
διαδραματίσει η Τουρκία, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, στην περιοχή και
ευρύτερα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αποτέλεσμα της εμπλοκής της στη
Λιβύη. Για την επίτευξη του τελικού σκοπού δεν θα διστάσει να υποστεί τις
όποιες ανθρώπινες και οικονομικές θυσίες. Μια ενδεχόμενη αποχώρηση της Άγκυρας
από την Λιβύη, χωρίς την υλοποίηση των στόχων της, θα αποτελέσει ανεπανόρθωτο πλήγμα
και ανείπωτη ταπείνωση, που θα πλήξει τον ίδιο τον Erdoğan και το κυβερνόν κόμμα.
Αναμφίβολα η τουρκική ενεργός εμπλοκή στην
εμφύλια σύρραξη της Λιβύης επέτρεψε τη σταθεροποίηση του καθεστώτος Fayez al-Sarraj και ανάγκασε τις δυνάμεις του Khalifa Haftar σε αναδίπλωση. Η αποτυχία
της δεύτερης προσπάθειας του Libyan National Army (LNA) τον Απρίλιο του 2020 να
καταλάβει την Τρίπολη φαίνεται ότι όχι μόνο εξήντλησε την δυναμική των
στρατευμάτων του Haftar αλλά ενδεχομένως κλόνισε
και την εμπιστοσύνη τοπικών φυλάρχων, ξένων πρωτευουσών και διαφόρων άλλων
παραγόντων στο πρόσωπο του. Πάντα οι αποτυχίες γεννούν μεμψιμοιρίες και
απελευθερώνουν υπάρχουσες αντιπαλότητες που μάλιστα ενισχύθηκαν και από τις
πρόσφατες -άκαιρες-δηλώσεις αυτοανακήρυξης του στρατηγού σε «εκλεκτό του
λιβυκού λαού» με αποστολή την κατάργηση της Skhirat Agreement.
Οι δηλώσεις αυτές της απροκάλυπτης απόρριψης της καταφανώς προβληματικής -αλλά
διεθνώς αναγνωριζόμενης και ευρέως επικαλούμενης από όλους- συμφωνίας,
προκάλεσαν ακόμη και την αντίθεση χωρών φιλικά προσκείμενων προς τον στρατηγό,
όπως της Ρωσίας.
Παρά την πρόσφατη αδιαφιλονίκητη ενίσχυση των
θέσεων της Government of National Accord (GNA), οι δύο πλευρές διακηρυκτικά κατέληξαν στις 01
Ιουνίου 2020,
σε συμφωνία επανέναρξης των συνομιλιών για κατάπαυση των εχθροπραξιών επί των
προτάσεων που είχαν υποβληθεί από την United Nations Support Mission in Libya (UNSMIL)
κατά τη διάρκεια των συνομιλιών της Joint Military Commission (5 + 5) (JMC)
στις 23 Φεβρουαρίου 2020.
Οι εξελίξεις αυτές καταδεικνύουν αφενός τη διεθνή προσπάθεια αποφυγής περαιτέρω
κλιμάκωσης του επί της ουσίας «πολέμου δια αντιπροσώπων» (proxy war) που διεξάγεται στη Λιβύη
αλλά αφετέρου και της αντίληψης, εκ μέρους των αμέσων εμπλεκομένων, της
αντικειμενικής αδυναμίας πλήρους επικράτησης. Παρά ταύτα οι συγκρούσεις
συνεχίζονται με τα στρατεύματα της GNA
-εκμεταλλευόμενα την αμέριστη τουρκική υποστήριξη-να απωθούν ανατολικά τις
δυνάμεις του LNA.
Εκτιμάται ότι η Άγκυρα δεν επιθυμεί την εμπλοκή
σε μια ατέρμονη και κοστοβόρα στρατιωτική σύρραξη, αλλά αντίθετα αποσκοπεί στη
δημιουργία μιας θετικής δυναμικής υπέρ της GNA στο πεδίο της μάχης που θα οδηγήσει σε μια
συνολική πολιτική διευθέτηση του λιβυκού με τους δικούς της όρους. Αναμφίβολα
δεν επιθυμεί να έρθει σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία αλλά ούτε και με τη γειτονική
Αίγυπτο. Σίγουρα αντιλαμβάνεται ότι η επιμήκυνση των γραμμών συγκοινωνιών και
διασπορά των αεροναυτικών της δυνάμεων ελλοχεύουν κινδύνους σε περίπτωσης
προσβολής τους από τμήματα που ενεργούν εξορμούμενα από εγγύτερους χώρους
(Ελλάδα, Αίγυπτος).
Η λιβυκή επιχείρηση, εκτός των
άλλων, αποτελεί την καλύτερη διαφήμιση για τα τουρκικά οπλικά συστήματα και τον
ευνοϊκότερο χώρο για την επιχειρησιακή, τακτική και τεχνική εκπαίδευση του
προσωπικού των ΤΕΔ. Εάν αναλογιστούμε ότι οι ΤΕΔ διεξάγουν επιχειρήσεις σχεδόν
ταυτόχρονα στη Συρία και στο Ιράκ, μπορούμε να αντιληφθούμε τον βαθμό
εκπαίδευσης και ποιότητας των στελεχών της και αναπόφευκτα να κάνουμε
συγκρίσεις και να θέσουμε προβληματισμούς.
Η βιαιότητα των τελευταίων
συγκρούσεων συνοδεύτηκε από αλληλοκατηγορίες των αντιπάλων περί συστηματικών
εγκλημάτων πολέμου. Οι εκατέρωθεν κατηγορίες αλλά και η αποκάλυψη ανάλογων
περιπτώσεων οδήγησαν τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ να προβεί σε έντονη καταδίκη
αυτών των ειδεχθών πράξεων καλώντας τα αντιμαχόμενα μέρη να προχωρήσουν σε
άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών και να σεβαστούν το ανθρωπιστικό δίκαιο.
Οι δύο τουρκολιβυκές συμφωνίες, κατά
την άποψη τουλάχιστον της Τουρκίας, μετέτρεψαν και κατοχύρωσαν την εμπλοκή της
στην Λιβύη σε «νόμιμη» και «αποδεκτή». Ο Erdoğan μετατράπηκε σε βασικό ρυθμιστή για την όποια
μελλοντική λύση στην περιοχή. Για την υποστήριξη των σχεδιασμών της η Άγκυρα
συνεχίζει να παραβιάζει συστηματικά το embargo όπλων του ΟΗΕ,
αδιαφορώντας για την νομιμότητα ή μη των ενεργειών της. Είναι γεγονός ότι
ανάλογα πράττουν και άλλα κράτη που έχουν αναμειχθεί στη λιβυκή κρίση.
Οι όποιες ενέργειες νηοψίας πλοίων, που μεταφέρουν πολεμικό υλικό, είναι
σπασμωδικές και εν πολλοίς αναποτελεσματικές, τουλάχιστον προ το παρόν.
Ενδεικτική είναι η πρόσφατη (09 Ιουνίου), εκ μέρους του κυβερνήτη τουρκικής
φρεγάτας (συνόδευε εμπορικό πλοίο που θεωρήθηκε ύποπτο για μεταφορά πολεμικού
υλικού στη Λιβύη), αρνητική απάντηση για διενέργεια νηοψίας -στο πλαίσιο της
επιχείρησης «EUNAVFOR MED IRINI»-
από ελληνική φρεγάτα.
Υπενθυμίζουμε ότι οι συμμετέχοντες στη
Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη στις 19 Ιανουαρίου 2020 δεσμεύτηκαν ιδίως
να σεβαστούν πλήρως και να εφαρμόσουν το embargo όπλων που θεσπίστηκε με τα
ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (UNSCR) 1970 (2011), 2292 (2016) και 2473
(2019). Σε αυτό το πλαίσιο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 17 Φεβρουαρίου κατέληξε
σε πολιτική συμφωνία για την έναρξη της επιχείρησης «EUNAVFOR MED IRINI» στη
Μεσόγειο (σε αντικατάσταση της επιχείρησης «SOPHIA»), με στόχο την εφαρμογή του embargo όπλων των Ηνωμένων Εθνών
στη Λιβύη με χρήση εναέριων, δορυφορικών και θαλάσσιων πόρων. Επισημαίνεται ότι
παρά τις δικαιολογημένες αναφορές στην αναποτελεσματική εμπλοκή της Ένωσης, η
τελευταία έχει δεσμευθεί στην παροχή εστιασμένης υποστήριξης στη Λιβύη μέσω των
αποστολών και επιχειρήσεων της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΚΠΑΑ): «EUNAVFOR Med Operation SOPHIA», «EUBAM Libya» και «EU Cell Liaison and Planning Cell (EULPC)». Οι δράσεις ΚΠΑΑ στη Λιβύη
συμπληρώνονται και συντονίζονται με εκείνες που λειτουργούν στην περιοχή του Sahel.
Στις
06 Ιουνίου ο Πρόεδρος της Αιγύπτου Sisi και μετά τη διάρκεια συνομιλιών με τον στρατάρχη Haftar στο Κάιρο, ανήγγειλε μια πρωτοβουλία
για την επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας στη Λιβύη. Η Τουρκία απέρριψε στις 11 Ιουνίου την πρόταση της Αιγύπτου για
εκεχειρία στη Λιβύη, λέγοντας ότι το σχέδιο αυτό έχει στόχο να σώσει τον
στρατάρχη Haftar μετά την αποτυχία της επιχείρησής του για την
κατάληψη της Τρίπολης.
Αρνητική ήταν και η στάση της ΕΕ στις 08
Ιουνίου με δήλωση του Ύπατου Εκπροσώπου για την Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική
Άμυνας ότι η Ένωση δεν μπορεί να δεχτεί καμία εναλλακτική λύση με
αποκλεισμούς και εκτός της -υπό την αιγίδα του ΟΗΕ- «Διαδικασίας του Βερολίνου»
για την κρίση της Λιβύης.
Επί του παρόντος μόνο η Ρωσία έχει λάβει θετική στάση έναντι της
πρωτοβουλίας της Αιγύπτου.
Ενδιαφέρουσα
και η πρόσφατη αμοιβαία ανακοίνωση περί αναβολής της επίσκεψης των Ρώσων
Υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας στην Κωνσταντινούπολη, προγραμματισμένη για τις
14 Ιουνίου, για εξέταση του θέματος της Λιβύης. Πιθανόν η αναβολή να αποτελεί
ένδειξη αδυναμίας εξεύρεσης κοινών σημείων καίτοι ανακοινώθηκε εκ μέρους της
Μόσχας ότι οι υπουργοί των δύο χωρών «εργάζονται ενεργά για την υποστήριξη μιας διευθέτησης στη Λιβύη».
ΣΕΝΑΡΙΑ ΛΥΣΗΣ ΛΙΒΥΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ
ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
Η επίλυση του λιβυκού παρουσιάζει
εξαιρετικές δυσκολίες, όχι μόνο λόγω των αγεφύρωτων αντιθέσεων μεταξύ Τρίπολης
και Βεγγάζης και πλειάδας άλλων τοπικών φυλών, αλλά κυρίως λόγω των πολλών
εμπλεκομένων τρίτων δυνάμεων που υποστηρίζοντας τους αντιμαχόμενους επιδιώκουν
να εξυπηρετήσουν τα δικά τους στρατηγικά συμφέροντα.
Κατά την εκτίμηση μας τρία είναι τα πιθανά σενάρια μελλοντικής διευθέτησης του
ζητήματος. Πρώτο η ύπαρξη μιας ενιαίας Λιβύης με ισχυρή κεντρική κυβέρνηση,
στην οποία οι διάφορες φυλές-φατρίες θα μοιραστούν την εξουσία. Δεύτερο, η
δημιουργία μια χαλαρής ομοσπονδίας ή συνομοσπονδίας δύο ημιαυτόνομων
περιοχών/τμημάτων, με περιορισμένες εξουσίες της κεντρικής κυβέρνησης (κατά το
πρότυπο του σχεδίου Ανάν). Το τρίτο σενάριο προβλέπει τη δημιουργία δύο
ξεχωριστών ανεξαρτήτων κρατών, όπως συνέβη στο Σουδάν (διχοτόμηση). Για την
Άγκυρα ευκταίο σενάριο είναι το πρώτο ή στην χειρότερη περίπτωση το δεύτερο, θεωρώντας
ότι στις περιπτώσεις αυτές -πλέον της ισχυρής τουρκικής επιρροής- θα παραμείνει
ενεργή η τουρκολιβυκή συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες. Η τρίτη περίπτωση είναι
απορριπτέα, παρά το γεγονός ότι δεν είναι βέβαιο εάν μια υποτιθέμενη μελλοντική
κυβέρνηση στην Κυρηναϊκή θα ακύρωνε την επίμαχη συμφωνία (σε όσο τουλάχιστον
μέρος θα την αφορά).
Η εμπλοκή της Τουρκίας στη Λιβύη
αποσκοπεί στην εκπλήρωση μιας δέσμης επιδιώξεων, η εκπλήρωση των οποίων θα την
αναβαθμίσει από μια τοπική περιφερειακή δύναμη σε μια οντότητα που θα επηρεάζει
τις παγκόσμιες εξελίξεις στην Ευρασία. Η εκπλήρωση των μαξιμαλιστικών της
θέσεων προϋποθέτει την υλοποίηση του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», ήτοι την
κυριαρχία της στην Ανατολική Μεσόγειο και την συνδιαχείριση ή το μοίρασμα του
Αιγαίου.
Προς επίτευξη του μεγαλοϊδεατισμού της μια αναγκαία προϋπόθεση είναι η επιβίωση
της παράνομης τουρκολιβυκής συμφωνίας των θαλασσίων ζωνών, η οποία εξασφαλίζεται
μόνο με την επιτυχημένη παρουσία της στην Τρίπολη.
Η Τουρκία επιχειρεί μέσω Λιβύης να μπει «σφήνα»
στις ενεργειακές εξελίξεις της Μεσογείου, τορπιλίζοντας έτσι τα σχέδια της
Ελλάδας, της Κύπρου, του Ισραήλ και της Αιγύπτου, σχέδια τα οποία αποτυπώνονται
και στην πορεία του προτεινόμενου αγωγού EastMed. Η εκφρασμένη αντίθεση της
στην υλοποίηση του φιλόδοξου σχεδίου του EastMed φέρνει την Άγκυρα σε
αντιπαράθεση με τον στρατηγικό σχεδιασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σε απόλυτη
σύμπνοια και με την Ουάσινγκτον) για την μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της
Ευρώπης από τη Ρωσία.
Τουρκική επιτυχία στη Λιβύη, συνεπάγεται όχι μόνο
την αποδυνάμωση υλοποίησης του East
Med αλλά
καθιστά πλήρως εξαρτώμενο από την Άγκυρα οποιονδήποτε ενεργειακό σχεδιασμό στην
Ανατολική Μεσόγειο. Σε τελευταία ανάλυση οι τουρκικές επιδιώξεις καίτοι
συγκρούονται με αυτές της Μόσχας στα πεδία των μαχών της Λιβύης, στο στρατηγικό
πεδίο συμπορεύονται σε ικανοποιητικό βαθμό. Η παρουσία αμφοτέρων στην Λιβύη,
και κατ’ επέκταση στην Ανατολική Μεσόγειο -έστω και σε συνέχεια προβληματικών
συμφωνιών όπως αυτές που αφορούν την συνδιαχείριση στη Συρία- εξυπηρετούν τα
στρατηγικά συμφέροντα αμφοτέρων. Αν μάλιστα, η Τουρκία -για άλλη μια φορά
κατορθώσει να πείσει την Δύση (και ειδικά τις ΗΠΑ)-
ότι η συμπεφωνημένη με την Μόσχα παρουσία της στη Λιβύη αποτελεί τη βέλτιστη
εγγύηση των δυτικών συμφερόντων, θα έχει επιτύχει στρατηγική επιτυχία πρώτης
τάξεως.
Παράλληλα,
με την επέκταση των θαλασσίων διεκδικήσεων έως και τα νερά της Λιβύης,
δυτικότερα της Ρόδου, Καρπάθου και του 28ου μεσημβρινού, η
Τουρκία θεωρεί ότι ενισχύει και τη διαπραγματευτική της θέση έναντι της Ελλάδας
για την υφαλοκρηπίδα, εγγράφοντας έτσι υποθήκες για μεγαλύτερα μελλοντικά
οφέλη. Εκτός όμως από την επίτευξη των γεωπολιτικών της στόχων που αποβλέπουν
στην συρρίκνωση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος και τη φινλανδοποίηση της,
η Άγκυρα προσδοκά να αποτελέσει την χώρα πυλώνα σε μια συμμαχία μουσουλμανικών
χωρών που θα διαδραματίσει κυρίαρχο ρόλο στον ισλαμικό-σουνιτικό κόσμο. Η
συμμαχία της με Κατάρ, Πακιστάν, Μαλαισία, Serraj και «Αδελφούς Μουσουλμάνους», στοχεύει στη
δημιουργία ενός νέου άξονα που θα κυριαρχήσει στο συντηρητικό σουνιτικό Ισλάμ.
Αντίπαλός του ο αραβικός σουνιτικός άξονας Σαουδικής Αραβίας, ΗΑΕ και Αιγύπτου.
Στη Λιβύη διεξάγεται ένας αγώνας επικράτησης των δύο «μουσουλμανικών στρατοπέδων»,
με έπαθλο την πρωτοκαθεδρία στον ισλαμικό κόσμο. Επιπρόσθετα, η Τουρκία επιδιώκει με κάθε
τρόπο να πλήξει τον επονομαζόμενο από την ίδια «άξονα του κακού», την Γαλλία,
Αίγυπτο, ΗΑΕ, Ελλάδα και Κύπρο.
Ο Erdoğan θεωρεί την λιβυκή επιχείρηση ως ευκαιρία
προβολής ισχύος της χώρας του, μέσω της οποίας θα εδραιωθεί στην ευρύτερη
περιοχή στρατιωτικά και διπλωματικά. Ταυτόχρονα πραγματοποιεί την περικύκλωση
της Ελλάδος, της χώρας που αποτελεί ίσως το σημαντικότερο στόχο αλλά και εμπόδιο
των επεκτατικών στόχων του. Επικράτηση φιλικών προς την Τουρκία δυνάμεων στη
Λιβύη πιθανόν να οδηγήσει στην εγκατάσταση μόνιμων τουρκικών αεροναυτικών
βάσεων στη χώρα αυτή.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα καθιστούσε ακόμη δυσχερέστερους τους ελληνικούς
αμυντικούς σχεδιασμούς.
Ένας ακόμα στόχος της γείτονος είναι η
εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων της Λιβύης και η ενίσχυση των ισχυρών
εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών.
Τα τουρκικά συμβόλαια που εκκρεμούν σήμερα στη
Λιβύη (υποδομές, κατασκευές, υπηρεσίες) ξεπερνούν τα 18 δις. δολάρια. Οι
στοχεύσεις της Άγκυρας συμπληρώνονται και από το «καθήκον» της υπεράσπισης των Μουσουλμάνων
αλλά και των «Τούρκων» αδελφών στη Λιβύη. Η προστασία των τουρκικών μειονοτήτων
και των Μουσουλμάνων αναδεικνύεται σε άξονα της πολιτικής της Άγκυρας γεγονός
που πρέπει να μας προβληματίζει ιδιαίτερα.
Αναμφίβολα, η επέμβαση στην Τριπολίτιδα είναι
συνδεδεμένη και με τις προσωπικές φιλοδοξίες του ίδιου του Erdoğan, την υστεροφημία του και τη συνέχιση παραμονής
του στην εξουσία. Η αυταρχικότητα και οι εμμονές του θα επηρεάσουν ως ένα βαθμό
τις εξελίξεις. Ταυτόχρονα η επιδίωξη της νέας τουρκικής ελίτ για αναγέννηση της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διέρχεται μέσα από την επιτυχία στην Λιβύη.
Η Τουρκία «πήγε στη Λιβύη για να
μείνει», αλλά από την άλλη πλευρά έχει εμπλακεί σε μια περιπέτεια υψηλού ρίσκου
με ισχυρούς περιφερειακούς και διεθνείς δρώντες. Το εγχείρημά της έχει τεράστιο
οικονομικό, στρατιωτικό και πολιτικό κόστος και ειδικά σε περίπτωση δημιουργίας
αντισυσπειρώσεων ίσως υπερβεί κατά πολύ τις πραγματικές δυνατότητές της. Οι αντιδράσεις
στην τουρκική εμπλοκή και οι αντοχές της τουρκικής ηγεσίας, κοινωνίας και
οικονομίας θα προσδιορίσουν το τελικό αποτέλεσμα, σε συνδυασμό πάντα με τις
επιδιώξεις και ενέργειες των ισχυρών «γεωπολιτικών παικτών».
ΘΕΑΤΡΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΛΙΒΥΚΟΥ ΠΕΛΑΓΟΥΣ
Η τουρκική εμπλοκή στη Λιβύη και κυρίως η δηλωμένη
πρόθεση της να προχωρήσει σε έρευνες για αξιοποίηση υδρογονανθράκων σε περιοχές
της ελληνικής υφαλοκρηπίδος -εκμεταλλευόμενη την πρόσφατη συμφωνία καθορισμού
θαλασσίων ζωνών με την Τρίπολη- εμπεριέχει το σοβαρό κίνδυνο πρόκλησης θερμού
επεισοδίου αγνώστου κλίμακος. Αντίστοιχες προθέσεις και κινήσεις διεξαγωγής ερευνών
σε αμφισβητούμενες θαλάσσιες περιοχές στο παρελθόν (1976, 1987) έχουν φέρει τις
δύο χώρες στα πρόθυρα της σύγκρουσης.
Η Τουρκία
πλέον επικεντρώνει την αμφισβήτησή της σε τμήματα της ελληνικής
υφαλοκρηπίδας που ορίζονται από το σύμπλεγμα του Καστελόριζου αλλά και νήσων
του νοτιανατολικού Αιγαίου και αυτής της ίδιας της Κρήτης. Εκτιμάται ότι
οποιαδήποτε τουρκική ενέργεια σύμφωνα με τις δηλώσεις της, πλέον των αναγκαίων
διπλωματικών αντιδράσεων, θα πρέπει να οδηγήσει σε δυναμικές ενέργειες
παρεμπόδισης των ερευνών. Ως εκ τούτου, το Λιβυκό Πέλαγος έχει πλέον προστεθεί
στο ευρύ φάσμα των ελληνοτουρκικών διαφορών προσθέτοντας ένα ακόμη πιθανό θέατρο
αεροναυτικών επιχειρήσεων σε στενή πάντα συνάφεια (και πλήρως συνδεδεμένο) με
αυτό της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου.
Χάρτης
περιοχής Ανατολικής Μεσογείου με τις διεκδικούμενες θαλάσσιες ζώνες και
στοιχεία ενεργειακών πηγών και σχεδιαζόμενων οδεύσεων.
Σαφώς
υπάρχουν πολλοί τρόποι αντίδρασης σε ενδεχόμενες τουρκικές ενέργειες στην
ευρύτερη περιοχή του Λιβυκού Πελάγους, πρέπει όμως να επισημανθούν ορισμένες
χαρακτηριστικά σημεία αυτού του θεάτρου επιχειρήσεων. Ένα βασικό χαρακτηριστικό
είναι ότι πρόκειται για ανοικτή θάλασσα (blue water) για τα
δεδομένα της Μεσογείου. Ανακύπτουν λοιπόν όλοι οι προβληματισμοί (αντίστοιχοι
και με την δυνατότητα υποστήριξης του ενιαίου αμυντικού δόγματος Ελλάδος-Κύπρου)
σχετικά με την δυνατότητα του ΠΝ και ΠΑ να δράσουν αποτελεσματικά στο
συγκεκριμένο θέατρο επιχειρήσεων. Οι ναυτικές μονάδες που δρουν στην ανοικτή
θάλασσα είναι κατά κανόνα μακριά από τις βάσεις υποστήριξης και χωρίς τη
δυνατότητα απόκρυψης και δράσης υπό την προστασία των ακτών. Αυτό σημαίνει ότι
μόνο μονάδες αυξημένου εκτοπίσματος (φρεγάτες) με μεγάλη αυτονομία και
δυνατότητες αντιμετώπισης των κατά κανόνα δυσμενέστερων καιρικών συνθηκών, μπορούν να επιχειρήσουν διαθέτοντας βασικές
τουλάχιστον αντιαεροπορικές και ανθυποβρυχιακές ικανότητες. Παρά ταύτα, η
σχετική εγγύτητα των ελληνικών νησιών και ιδίως της Κρήτης, παρέχει πολλαπλά
πλεονεκτήματα στις ελληνικές αεροναυτικές δυνάμεις με την προϋπόθεση της
δημιουργίας των αναγκαίων υποδομών και αναδιάταξης ορισμένων οπλικών
συστημάτων. Το πλεονέκτημα της εγγύτητας μειώνεται καθώς μετακινούμαστε
ανατολικά και σταδιακά μεταφέρεται στην αντίπαλη πλευρά. Η ένταξη σε υπηρεσία του
επικαλούμενου «τουρκικού μίνι αεροπλανοφόρου», TCG Anadolu, σε
συνδυασμό με την χρήση Α/Φ εναερίου ανεφοδιασμού, επαυξάνει σημαντικά τις
επιχειρησιακές δυνατότητες της γείτονος στις «ανοικτές θάλασσες» καίτοι
δημιουργούνται αμφιβολίες για την επιβιωσιμότητα αυτής της «μεγάλης» μονάδος
στο σχετικά περιορισμένο χώρο.
Επισημαίνεται ότι στις «ανοικτές θάλασσες» οι ναυτικές
μονάδες είναι περισσότερο εκτεθειμένες σε πυραυλικές και αεροπορικές προσβολές.
Σε αυτό το περιβάλλον η εμβέλεια και ικανότητες των συσκευών εντοπισμού,
εγκλωβισμού και των οπλικών συστημάτων των ναυτικών μονάδων είναι ζωτικής
σημασίας. Αντίστοιχα σημαντική είναι η αεροπορική τους προστασία και
υποστήριξη. Πολλαπλασιαστής ισχύος η
ολοκληρωμένη αυτοματοποιημένη διασύνδεση όλων των μέσων (σκάφη επιφανείας,
υποβρύχια, Α/Φ, Ε/Π, UAVs, εναέρια
συστήματα εγκαίρου προειδοποιήσεως, σύστημα αεροπορικού ελέγχου, κατευθυνόμενα βλήματα,
συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου κλπ), δηλαδή το επιλεγόμενο δικτυοκεντρικό
σύστημα διοικήσεως.
Οι
δυνάμεις τις ΠΑ διαθέτουν συγκριτικό πλεονέκτημα για επιχειρήσεις μεταξύ
Κρήτης-Λιβύης. Οι αεροπορικές βάσεις της Κρήτης, αλλά και της Δυτικής Ελλάδος
(Ανδραβίδα, Άραξος από όπου επιχείρησαν τα Βελγικά F-16 το 2011 εναντίον στόχων της Λιβύης)
προσφέρουν πολλές επιλογές για εκτέλεση επιθετικών/αμυντικών επιχειρήσεων με τα
ελληνικά F-16 (Block 50, 52+, 52+ ADV), και προστασίας των Μονάδων του ΠΝ. Η νατοϊκή
και εθνική υποδομή έγκαιρης προειδοποίησης της Κρήτης σε συνδυασμό με τα
ιπτάμενα ελληνικά ραντάρ παρέχουν την δυνατότητα πλήρους δικτυοκεντρικού
ελέγχου των επιχειρήσεων (Link 16, Link 11 πέραν του Link 1). Ο χώρος μεταξύ Κρήτης-Λιβύης με ανεπτυγμένες
τις δυνάμεις των Patriot, Crotale NG/GR, Skyguard, S-300, Tor M1 κλπ.
δίνουν σοβαρό επιχειρησιακό πλεονέκτημα στην Ελλάδα. Η διάθεση των MIRAGE 2000E/BGM με το δοκιμασμένο βλήμα AM-39 Exocet (antiship) κάνουν τις
τουρκικές ναυτικές Μονάδες πολύ ευάλωτες σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο.
Οι κλασσικές ναυτικές επιχειρήσεις που
ενδεχομένως δύναται να εκτελέσουν ναυτικές μονάδες στην «ανοικτή θάλασσα» της
Μεσογείου είναι:
·
Θαλάσσιος έλεγχος μίας περιοχής.
·
Άρνηση θαλασσίου ελέγχου μίας περιοχής.
·
Θαλάσσιος ελιγμός
·
Προστασία θαλασσίων γραμμών συγκοινωνιών (SLOC).
·
Θαλάσσιες τακτικές αιφνιδιασμού (π.χ. swarm tactics).
·
Εντοπισμός και δίωξη εχθρικών Υποβρυχίων.
·
Αντιαεροπορική άμυνα περιοχής.
Να ληφθεί υπόψη ότι ενδεχόμενη εγκαθίδρυση της
Τουρκίας στη Λιβύη και η απόκτηση αεροναυτικών βάσεων θα
αυξήσει κατακόρυφα τις επιχειρησιακές δυνατότητες της και θα εντείνει σε
σημαντικό βαθμό την στρατιωτική πίεση επί της Ελλάδος καθιστώντας ακόμη
δυσκολότερο το αμυντικό πρόβλημα. Ήδη η ειδησιογραφία της 12 Ιουνίου αναφέρεται
σε τουρκική αεροναυτική άσκηση ευρείας κλίμακος και με χρήση πολλαπλών μέσων
στις ακτές της Λιβύης με σκοπό την ενίσχυση αλλά και κατάδειξη των δυνατοτήτων
των ΤΕΔ να δράσουν υπερπόντια. Σύμφωνα με το δημοσίευμα έγιναν και προσγειώσεις
μαχητικών F-16 σε βάσεις ελεγχόμενες από δυνάμεις του GNA και στις οποίες προετοιμάζονται σταδιακά οι
αναγκαίες υποδομές.
Συνοπτικά, ενδεχόμενη επικράτηση των
φιλοτουρκικών δυνάμεων στη Λιβύη, θα έχει ως αποτέλεσμα (και σε εφαρμογή της
πρόσφατης διμερούς συμφωνίας στρατιωτικής συνεργασίας) την αναβάθμιση των
τουρκικών επιχειρησιακών δυνατοτήτων στην περιοχή. Το πλεονέκτημα αυτό
αντισταθμίζεται από την ορθή χρήση της Κρήτης ως βάσης επιχειρήσεων με την
εκμετάλλευση και αναβάθμιση των υπαρχόντων υποδομών αλλά και αναδιάταξη
δυνάμεων. Επί του παρόντος και παρά την ύπαρξη σημαντικού αριθμού τουρκικών
μονάδων επιφανείας στα παράλια της Λιβύης, το Λιβυκό Πέλαγος μπορεί να
αποτελέσει πλεονεκτικό για την χώρα μας πεδίο αναμέτρησης τουλάχιστον σε
αντιδιαστολή με την Ανατολική Μεσόγειο (περιοχή μεταξύ Κύπρου και συγκροτήματος
Μεγίστης). Το παρόν αυτό γεωγραφικό πλεονέκτημα επιβάλλεται να συμπληρωθεί άμεσα
με ορθές επιχειρησιακές κινήσεις, επιλογή κατάλληλων τακτικών και ταχεία
ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων μας τουλάχιστον στην έκταση που επιβάλλουν
οι χρονικοί και οικονομικοί περιορισμοί. Σίγουρα η Άγκυρα είναι εν γνώσει αυτών
των μειονεκτημάτων αλλά για διαφόρους άλλους λόγους εμφανίζεται ως επισπεύδουσα
σε μια κρίση, ίσως και σε μη απολύτως πλεονεκτικό για αυτήν επιχειρησιακό
περιβάλλον (όπως συνήθιζε μέχρι σήμερα).
ΤΟΥΡΚΟΛΙΒΥΚΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ
Η
τουρκική κυβέρνηση στις 27 Νοεμβρίου του 2019 ανακοίνωσε την υπογραφή μνημονίου
κατανόησης (ΜοU
Between the Government of the Republic of Turkey and the Government of the National Accord-State of Libya on the Maritime Jurisdiction Areas in the Mediterranean) με την κυβέρνηση της
Τρίπολης στη Λιβύη, βάσει του οποίου οι δύο χώρες συνεργάζονται για τον «καθορισμό θαλασσίων δικαιοδοσιών». Ακολούθησε στις 18
Μαρτίου 2020, η επιστολή του Τούρκου Μονίμου Αντιπροσώπου στον ΟΗΕ με την οποία
κατέθεσε σε παράρτημα τις γεωγραφικές συντεταγμένες με βάση το τουρκολιβυκό
μνημόνιο. Με βάση αυτές τις συντεταγμένες, η Τουρκία παραβιάζει απροκάλυπτα τα κυριαρχικά
δικαιώματα της Ελλάδας καθώς στερεί ελληνικά νησιά από ΑΟΖ ενώ καταπατά
κατάφωρα και την κυπριακή ΑΟΖ. Παράλληλα
μιλάει για τα «εξωτερικά όρια της τουρκικής υφαλοκρηπίδας» στην Ανατολική
Μεσόγειο, αρνείται το δικαίωμα των νησιών σε ΑΟΖ και υπαινίσσεται ότι είναι
νόμιμες οι τουρκικές εξορύξεις υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ. Την επομένη
υπήρξε η επίσημη απάντηση της Ελλάδος, μέσω της Μονίμου Αντιπροσώπου που
δήλωνε: «Το μνημόνιο Τουρκίας
Λιβύης δεν παράγει έννομα αποτελέσματα και απορρίπτεται στο σύνολό του, οι
γεωγραφικές συντεταγμένες είναι πλασματικές παράνομες και αυθαίρετες, καθώς
παραβλέπουν το δικαίωμα των ελληνικών νησιών να δημιουργήσουν θαλάσσιες ζώνες.
Απροκάλυπτα παραβιάζει τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου της θάλασσας και
παραβλέπει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και των άλλων κρατών της
περιοχής».
Ως
γνωστόν το τουρκολιβυκό μνημόνιο έρχεται σε καταφανή αντίθεση με τις προβλέψεις
της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UN Convention on the Law of the Sea) αναφορικά με την ύπαρξη
ΑΟΖ στα νησιά (άρθρο 121). Η δε θέση της Τουρκίας περί μη δεσμευτικής ισχύος
της Συνθήκης λόγω της μη τουρκικής συμμετοχής σε αυτήν, αντικρούεται από την
Απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου που προσδίδει σε αυτήν εθιμική πλέον ισχύ. Η Άγκυρα δεν δέχεται ούτε
το άρθρο 6 παράγραφος 1 της Σύμβασης το οποίο ορίζει ότι η οριοθέτηση της
υφαλοκρηπίδας στηρίζεται κατά τη θεωρία και πρακτική του Διεθνούς Δικαίου επί
της αρχής της «ίσης απόστασης» (equidistance). Ανάλογη και η θέση του Διεθνούς
Δικαστηρίου, (παράγραφος 57 της αποφάσεώς του στην υπόθεση της υφαλοκρηπίδας
της Βόρειας θάλασσας) αποδεχόμενο ότι η οριοθέτηση βάσει της μέσης γραμμής
μεταξύ απέναντι ευρισκομένων κρατών, θα είναι πάντοτε ένας δίκαιος διαχωρισμός
της διμερή συμφωνίας.
Το
τουρκολιβυκό μνημόνιο απορρίπτεται από την πλειοψηφία της διεθνούς κοινότητας,
με μεγαλύτερη ή μικρότερη ένταση, ενώ χαρακτηρίστηκε παράνομο τυχοδιωκτικό και
επικίνδυνο από εκπρόσωπο του State
Department. Στο κείμενο συμπερασμάτων
της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ (12 Δεκεμβρίου 2019) αναφέρει ότι το MoU Άγκυρας - Τρίπολης παραβιάζει κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων
κρατών, δεν συμμορφώνεται προς το δίκαιο της θάλασσας και δεν μπορεί να έχει
νομικά δεσμευτικές συνέπειες για τρίτα κράτη. Κατηγορηματική και η
απόρριψη του από την Αίγυπτο. Το ίδιο το Λιβυκό Κοινοβούλιο του Tobruk απέρριψε (04 Ιανουαρίου 2020) και τις
δύο τουρκολιβυκές συμφωνίες ως επιζήμιες για την Λιβύη και μη σύννομες. Η ενέργεια αυτής του
Λιβυκού Κοινοβουλίου (αρμόδιου για την έγκριση τους) αποτελεί έναν περαιτέρω
λόγο ακυρότητας τους.
Παρά
την καταφανή νομική ακυρότητα του μνημονίου (η αναμενόμενη ανάρτηση του
μνημονίου και των συντεταγμένων από τον ΟΗΕ δεν συνιστά πράξη αναγνώρισης της
νομιμότητας της αλλά μια τυπική και διαδικαστική ενέργεια πληροφόρησης τρίτων
μερών), δημιουργεί μια δυναμική και εντυπώσεις που προσπαθεί να εκμεταλλευθεί η
Άγκυρα. Αναμφίβολα η σύναψη ανάλογης συμφωνίας Ελλάδος-Αιγύπτου θα προκαλούσε
σημαντικούς τριγμούς στη νομιμοφάνεια του αντίστοιχου τουρκολιβυκού
μειώνοντας κατά πολύ τις οποιασδήποτε
νομικές αιτιολογήσεις της Άγκυρας. Απολύτως θετική στην κατεύθυνση της
σταδιακής κατοχύρωσης της ελληνικής ΑΟΖ και η πρόσφατη ανάλογη ελληνοϊταλική
συμφωνία (09 Ιουνίου 2020). Βέβαια ακόμη και η ευνοϊκή εξέλιξη μιας αντίστοιχης
ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας εκτιμάται ότι δεν θα παρεμποδίσει τις προκλητικές
ενέργειες της Τουρκίας αλλά θα αποτελέσει ένα σημαντικότατο όπλο στην ελληνική
πλευρά αποστερώντας την Άγκυρα από μια έωλη αλλά περιορισμένης νομιμοφάνειας
επιχειρηματολογία. Μια παρόμοια συμφωνία (έστω και μερική) με την Αίγυπτο θα
αποτελέσει πράξη προσβολής και έμπρακτης αμφισβήτησης ειδικά στην περιοχή από
τον 28ο έως τον 26ο μεσημβρινό, εκεί που συμπίπτει το τουρκο-λιβυκό
μνημόνιο,
ΕΠΙΛΟΓΕΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Μια
ιδανική τελική κατάσταση (end
state)
για την χώρα μας θα ήταν η ειρήνευση στη Λιβύη και ο σχηματισμός μιας νέας
κυβέρνησης -μακράν τουρκικών επιρροών- που θα κατήγγελλε ως άκυρα τα δύο
τουρκολιβυκά μνημόνια και θα προχωρούσε σύντομα σε καθορισμό των θαλασσίων
ζωνών με την Ελλάδα και λοιπούς γείτονες της, βασιζόμενη στις προβλέψεις του UNCLOS. Η ιδανική αυτή κατάσταση προϋποθέτει
την επικράτηση των δυνάμεων που αντιτίθενται στην GNA αποτέλεσμα που όπως φαίνεται
προϋποθέτει την εκούσια (φανταστική πιθανότητα) ή την αναγκαστική απόσυρση της
Τουρκίας από την Λιβύη. Η δεύτερη περίπτωση μπορεί να προέλθει μόνο από μια
συντριπτική ήττα των δυνάμεων του GNA κατόπιν αποφασιστικής ενίσχυσης τους (ή ακόμη και
δυναμικής εμπλοκής) τρίτης δυνάμεως (Ρωσία, Αίγυπτος-ΗΑΕ).
Στάση
Τρίτων Κρατών
Αμερικανική
επέμβαση κατά τρόπο που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα μας, ακόμη και ως μέρος της
γενικότερης αμερικανικής στήριξης των ημετέρων ενεργειακών σχεδίων και στο
πλαίσιο της ευρωπαϊκής μείωσης της εξάρτησης από τη Μόσχα δεν πιθανολογείται. Απεναντίας
η Άγκυρα κινείται μεθοδικά και προσπαθεί να παρουσιάσει την εμπλοκή της ως
αντίβαρο στη ρωσική παρουσία στη Λιβύη. Επισημαίνεται ότι κατά τα έτη των
αμερικανικών προεδρικών εκλογών (όπως το 2020) οι αποφασιστικές κινήσεις και
πρωτοβουλίες της Ουάσιγκτον είναι περιορισμένες.
Ούτε
όμως η Ρωσία φαίνεται διατεθειμένη να έρθει σε ρήξη με την Τουρκία στη Λιβύη και μάλλον θα προτιμήσει
την προβληματική (αλλά ανισσόροπα επικερδή για αμφότερες τις χώρες) συμβίωση
όπως λαμβάνει χώρα και στο έδαφος της Συρίας. Ουτοπική οποιαδήποτε σκέψη για
πρωτοβουλίες και αποφασιστικό ρόλο του άμεσα ενδιαφερομένου, δηλαδή της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, για σωρεία λόγων και εσωτερικών αντιθέσεων. Με μεγάλη
αυτοσυγκράτηση κινείται το Ισραήλ, η μοναδική ίσως δύναμη της περιοχής που
αντιλαμβάνεται τους κινδύνους των νεοοθωμανικών οραμάτων. Επί του παρόντος
φαίνεται να αποδέχεται την αφύσικη αλλά εξισορροπητική συνύπαρξη Τουρκίας και
Ρωσίας σε Συρία και Λιβύη ενώ το ίδιο απολαμβάνει τους καρπούς μιας πρωτόγνωρης
αμερικανικής υποστήριξης από την Προεδρία Trump.
Μοναδική
δύναμη που εκτιμάται ότι θα συνεχίσει τη στήριξη των δυνάμεων της Ανατολικής
Λιβύης (Haftar
–Κοινοβουλίου Tobruk)
είναι ο άξονας Αιγύπτου-ΗΑΕ με την διακριτική στήριξη της Σαουδικής Αραβίας. Τα
όρια όμως αυτής της υποστήριξης (εμπλοκής) δεν είναι εύκολο να προσδιοριστούν.
Σε κάθε όμως περίπτωση εκτιμάται ότι πολύ δύσκολα η Αίγυπτος θα αποδεχθεί την
ύπαρξη μιας γειτονικής εχθρικής χώρας που θα αποτελεί τη βάση της
αποσταθεροποιητικής δράσης των «Αδελφών Μουσουλμάνων». Μια τέτοια εξέλιξη θα
σηματοδοτούσε και την αναπόφευκτη πτώση του καθεστώτος του στρατηγού Sisi. Ενδεχόμενα μια προέλαση των δυνάμεων
της GNA και
διαφαινόμενη συντριβή του LNA να
οδηγούσε σε στρατιωτική επέμβαση της Αιγύπτου. Ούτε όμως τα πολλαπλά
προβλήματα της Αιγύπτου επιτρέπουν μια
μακροχρόνια εμπλοκή στη Λιβύη ή ακόμη περισσότερο μια άμεση σύγκρουση με την
Τουρκία. Καθώς η εαρινή εφόρμηση των δυνάμεων του LNA κατά της Τρίπολης απέτυχε, η επίτευξη
μιας κατάπαυσης των πυρών και η θετική έκβαση των διαπραγματεύσεων για μια
«ουδέτερη» και «μη στρατιωτικοποιημένη» Λιβύη φαίνεται η βέλτιστη λύση για την
γειτονική (άρα πλεονεκτική εκ θέσεως) Αίγυπτο.
Δυναμική
Εμπλοκή Ελλάδος στη Λιβύη
Υπό
αυτές τις εξωτερικές συνθήκες, λαμβάνοντας υπόψη τις επιδιώξεις της Άγκυρας και
δεδομένου του (υπάρχοντος και εξελισσόμενου) συσχετισμού ισχύος
Ελλάδος-Τουρκίας, πρέπει να κινηθεί η χώρα μας. Σίγουρα οποιαδήποτε σκέψη
ενεργού εμπλοκής μας στις συγκρούσεις είναι ανεδαφική και επικίνδυνη. Ακόμη και
μια πιθανή έμμεση υποστήριξη των «αντιτουρκικών» δυνάμεων μέσω Αιγύπτου, μικρή
αποτελεσματικότητα θα είχε, ενώ θα έβλαπτε τη διεθνή εικόνα της χώρας οδηγώντας
σε μεγαλύτερες ακόμη τριβές με την Άγκυρα.
Μια
τέτοια ενέργεια ενδεχομένως να ήταν αποδέκτη μόνο στην περίπτωση συγκρότησης
μιας ουσιαστικής στρατιωτικής συμμαχίας με το Κάιρο για πλήρη αντιπαράθεση με
την Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο και υπό την προϋπόθεση στήριξης και άλλων δυνάμεων.
Η αποχή μας από επεμβατικές ενέργειες δεν συνεπάγεται την μη ανταλλαγή
πληροφοριών με την Αίγυπτο ή ακόμη και με κατάλληλα κανάλια προς τις
«αντιτουρκικές» δυνάμεις της Λιβύης. Ευχής έργο θα ήταν η χώρα μας να έχει
(υποθετικό) δομήσει δυνατότητες «κεκαλυμμένων επιχειρήσεων» μεγάλης κλίμακος στο
εξωτερικό, κίνηση που απαιτεί μακροχρόνιο προσπάθεια, διάθεση χρημάτων αλλά και
ανθρώπινου δυναμικού με όλους τους κινδύνους απωλειών και αποκάλυψης.
Διεθνείς
Παρεμβάσεις
Οι
εξελίξεις της επιχείρησης «EUNAVFOR
MED IRINI» καταδεικνύουν την έλλειψη
αποφασιστικότητας των Ευρωπαίων να θέσουν τέρμα στις καταφανείς τουρκικές
παραβιάσεις του embargo. Παρά
ταύτα κρίνεται σκόπιμη η συνέχιση της, έστω και με την περιορισμένη
αποτελεσματικότητα, αφενός στην κατεύθυνση ενεργού εμπλοκής της Ένωσης και
αφετέρου ως μέσου εξασφάλισης ατράνταχτων αποδείξεων της τουρκικής παραβίασης
του embargo και
διεθνούς έκθεσης της (με την όποια σημασία έχει η κίνηση αυτή). Ούτε όμως θα
ήταν φρόνιμο να εμπλακεί η χώρα μας σε -αβέβαιης νομιμότητας ενέργειες και
νηοψίες-θέτοντας σε κίνδυνο πολύτιμες ναυτικές μονάδες μας η δίδοντας
αχρείαστες αφορμές στην Άγκυρα. Δυστυχώς δεν υπάρχουν ενδείξεις για μια
αποφασιστική ευρωπαϊκή εμπλοκή στην κατεύθυνση ειρήνευσης της Λιβύης ακόμη και
στην κατεύθυνση ισχυρών πολιτικών πιέσεων προς όλους τους εμπλεκόμενους και
πολύ δε περισσότερο με μια στρατιωτικής μορφής επιχείρηση στο πλαίσιο μιας
εξίσου αβέβαιης Απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Ούτε
επίσης είναι εφικτή μια ελληνική διπλωματική πρωτοβουλία για την περιοχή
δεδομένου ότι αφενός δεν έχουμε την απαιτούμενη «αναγνωρισιμότητα» και αφετέρου
θεωρούμαστε «μέρος του προβλήματος» συνέπεια του Μνημονίου. Αυτό δεν σημαίνει
ότι δεν μπορούμε να στηρίξουμε ποικιλοτρόπως άλλες προσπάθειες -ευνοϊκές προς
τις θέσεις μας- όπως κάναμε πρόσφατα με την ειρηνευτική πρόταση της Αιγύπτου. Ούτε
φυσικά θα σταματήσουμε τις προσπάθειες διεθνούς καταδίκης των τουρκικών
ενεργειών σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς και διμερείς μας επαφές. Σε αυτή
την κατεύθυνση εντάσσεται και η σημαντική προσπάθεια προσέγγισης κρατών της
περιοχής, απόκτησης συναντίληψης και η δημιουργία συνθηκών συνεργασίας και
αλληλοϋποστήριξης.
Ευνοϊκή
εξέλιξη για την Ελλάδα, την παρούσα στιγμή, θα ήταν να ανακοπεί το θετικό momentum των στρατιωτικών επιτυχιών
του GNA. Το
αποτέλεσμα αυτό μπορεί να επιτευχθεί με αποφασιστικές εξελίξεις στα πεδία των
μαχών ή με αφόρητες διπλωματικές πιέσεις για κατάπαυση του πυρός. Καθόσον η
πρώτη πιθανότητα εκφεύγει των δυνατοτήτων μας ας επικεντρωθούμε, μέσω
συνεργασιών και επαφών, στο δεύτερο σενάριο.
Απαντήσεις
στις Τουρκικές Προκλητικές Κινήσεις
Καθόσον
εκτιμάται ως πολύ απίθανη, για πολλούς λόγους, μια πλήρης επικράτηση των
«φιλοτουρκικών» δυνάμεων στη Λιβύη, πρέπει να επιδιώξουμε τη μέγιστη δυνατότητα
-ευνοϊκού υπέρ ημών- επηρεασμού των διαφόρων παραγόντων της αφρικανικής αυτής
χώρας. Για μια όμως ευρύτερη προσέγγιση απαιτείται σημαντικός χρόνος, μη
διατιθέμενος σήμερα. Είναι βέβαιο ότι η Τουρκία θα επιταχύνει τις ενέργειες της
για να κρατήσει ζωντανό και κυρίως να καταστήσει ελκυστικό το τουρκολιβυκό
μνημόνιο. Η Άγκυρα γνωρίζει ότι σε περίπτωση ειρηνευτικών διαδικασιών, θα
υπάρξει πίεση για κατάργηση των προβληματικών Μνημονίων. Ως εκ τούτου θα
κινηθεί τάχιστα, έστω και εντός της αναμφισβήτητης λιβυκής υφαλοκρηπίδος με
έρευνες προσκομίζοντας ενθαρρυντικά και δελεαστικά στοιχεία για ύπαρξη ενεργειακών
κοιτασμάτων. Μια ανάλογη θετική ένδειξη, δύσκολα θα μπορούσε να αγνοηθεί από
οποιαδήποτε κυβέρνηση συνασπισμού ενδεχόμενα να προκύψει στην Τρίπολη. Με μια
ανάλογη κίνηση, εντός της λιβυκής υφαλοκρηπίδος, η Άγκυρα θα αποφύγει το ρίσκο
μιας σύγκρουσης με την Αθήνα που μπορεί να έχει απρόβλεπτα αποτελέσματα σε όλη
την περιοχή και σίγουρα αποτελεί εξέλιξη απολύτως αρνητική για την Ουάσιγκτον
και το ΝΑΤΟ. Ορθά έχει επισημανθεί ότι η Ρωσία θα είναι ο μέγιστα ωφελημένος
από μια παρόμοια σύγκρουση μεταξύ των δύο νατοϊκών συμμάχων.
Προβληματίζει
όμως το γεγονός ότι η Τουρκία πλέον εφαρμόζει πιστά -φυσικά πάντα με
ποιοτικές-ποσοτικές-χρονικές τροποποιήσεις- τις εξαγγελίες της. Επιπλέον
έχοντας παρασυρθεί από παραισθήσεις μεγαλείου και μεγέθυνσης της ισχύος της (πραγματική μέχρι ενός σημείου και με βασική
εξαίρεση την οικονομική της εξάρτηση) είναι αρκετά πιθανόν να «διαβεί τον
Ρουβίκωνα» προσπαθώντας να εκτελέσει έρευνες σε ελληνική υφαλοκρηπίδα (εντός
της προβαλλόμενης από το Μνημόνιο και την αντίστοιχη κατάθεση συντεταγμένων ως
τουρκικής ή λιβυκής υφαλοκρηπίδος).
Η
κίνηση αυτή θα πρέπει να αποτραπεί προληπτικά από την Αθήνα έχοντας διαμηνύσει
και καταδείξει εμπράκτως με προετοιμασίες σε όλους τους τόνους και προς όλες
τις κατευθύνσεις ότι κάθε παραβίαση της ελληνικής υφαλοκρηπίδος (έστω της
θεωρούμενης από εμάς ως ελληνικής) θα επιφέρει δυναμικές εκ μέρους μας αντιδράσεις
με απρόβλεπτες συνέπειες. Ενισχυτικό της προσπάθειας θα είναι να γίνει ευρέως
γνωστό ότι αυτό αποτελεί κοινή θέση όλου του πολιτικού κόσμου καθώς επίσης και
το γεγονός ότι ουδεμία ελληνική κυβέρνηση μπορεί να επιβιώσει αποδεχόμενη μιας
τέτοιας μορφής παραβίαση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Φυσικά ανάλογες
δηλώσεις πρέπει να συνοδεύονται και από την εναλλακτική ειρηνική πρόταση
επίλυσης του θέματος μέσω των προβλεπομένων διαδικασιών του διεθνούς δικαίου με
όλα τα γνωστά προβλήματα και ολισθηρές ατραπούς. Επισημαίνεται ότι η τοποθέτηση
των επικαλούμενων «κόκκινων γραμμών» καίτοι παρουσιάζεται συχνά ως μια
αποφασιστική και επιβαλλόμενη αποτρεπτική κίνηση που ενισχύει το εθνικό γόητρο,
εντούτοις ενέχει σοβαρούς κινδύνους καταστροφικής αυτοπαγίδευσης (είτε με
υποχώρηση είτε με σύγκρουση) ειδικά σε περιπτώσεις «γκρίζων» καταστάσεων. Ως εκ
τούτου η χρήση τους πρέπει να γίνεται με φειδώ και πάντα με ύπαρξη ρεαλιστικού
σχεδίου απεμπλοκής.
Ενδεχομένως
όμως χρήσιμη να είναι η προειδοποίηση προς την Τουρκία ότι οποιαδήποτε προσπάθεια
εισόδου για έρευνα (εννοείται για θέματα εκμετάλλευσης υπεδάφους) εντός της
ελληνικής υφαλοκρηπίδος πλέον της δυναμικής αντίδρασης θα οδηγούσε σε αυτόματη
και αμετάκλητη αύξηση του εύρους των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια
λαμβάνοντας υπόψη και τις πλέον ευνοϊκές για εμάς ρυθμίσεις του διεθνούς
δικαίου (ευθείες γραμμές βάσεως, κλείσιμο κόλπων, μονομερής καθορισμός
θαλασσίων στενών). Για να γίνει δε πλέον πειστική η προειδοποίηση αυτή πρέπει
να γίνει κατανοητό ότι σε μια ανάλογη περίπτωση φυσικά και η απειλή του «casus belli» παύει να έχει για εμάς οποιαδήποτε
πρακτική σημασία καθόσον ένεκα της παραβίασης της ελληνικής υφαλοκρηπίδος
εισερχόμεθα σε τροχιά ολικής σύγκρουσης.
Υπό
σκέψη ακόμη και η μερική άμεση επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά
μίλια, μετά την ολοκλήρωση της ελληνοϊταλικής συμφωνίας, στο Ιόνιο και στο
Λιβυκό Πέλαγος. Φυσικά ανάλογες κινήσεις επιβάλλουν και μια έγκαιρη προετοιμασία
και εξασφάλιση ευνοϊκής ή τουλάχιστον ουδέτερης στάσης από αριθμό σημαντικών
χωρών.
Προσέγγιση
με Αίγυπτο
Η συνομολόγηση
μιας συμφωνίας καθορισμού ΑΟΖ με Αίγυπτο (και με συμμετοχή και της Κυπριακής
Δημοκρατίας) εμφανίζεται ως η πλέον θετική εξέλιξη για περαιτέρω απομείωση της
ισχύος του τουρκολιβυκού μνημονίου. Κατανοητή η διστακτικότητα της Αιγύπτου
όπως και η εκ μέρους της προσπάθεια εκμαίευσης των μεγαλύτερων δυνατών κερδών
από τη διαπραγμάτευση χρησιμοποιώντας ακόμη και την ελκυστικότερη (καταφανώς
όμως αντίθετη με το διεθνές δίκαιο) τουρκική προσφορά. Τα όρια παραχωρήσεων της
ελληνικής πλευράς σε μια παρόμοια διαπραγμάτευση είναι περιορισμένα όχι τόσο
από ποσοτική πλευρά (όχι ότι και αυτή η διάσταση είναι αμελητέα) αλλά κυρίως
από την πλευρά της νομικής δικαιολόγησης ώστε να μην δίνουν ερείσματα υπέρ των
τουρκικών θέσεων. Συχνά πλέον γίνονται αναφορές για έναν μερικό καθορισμό της
ΑΟΖ των δύο χωρών κατά τέτοιο τρόπο που να αντιπαραβάλλεται στο τουρκικολιβυκό
μνημόνιο αλλά και να αποφεύγει -έστω και προσωρινά- τα ακανθώδη προβλήματα
(επήρεια συγκροτήματος Μεγίστης).
Ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο
Πειραιώς, Πέτρος Λιάκουρας, αναφέρει επί του θέματος σε συνέντευξη
-14 Ιουνίου 2020-στην Εφημερίδα Συντακτών: «Ως
προς τη μερική οριοθέτηση: Αυτό που προφανώς προέχει είναι συμφωνία με την
Αίγυπτο ως πράξη προσβολής και έμπρακτης αμφισβήτησης στην περιοχή από τον 28ο
έως τον 26ο μεσημβρινό, εκεί που συμπίπτει το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο. Είναι μια
καθαρή περίπτωση οριοθέτησης, υφίστανται δηλαδή οι κανονικές αντικείμενες
ακτές, χωρίς να παρεμβάλλονται νόμιμες διεκδικήσεις άλλων χωρών».
Σημαντικά
τα πλεονεκτήματα αλλά και μειονεκτήματα μιας παρόμοιας λύσης και ζωτικής
σημασίας οι επιμέρους λεπτομέρειες, προβλέψεις και διατυπώσεις μιας παρόμοιας
συμφωνίας. Αναμφίβολα το προσωπικό του Υπουργείου Εξωτερικών διαθέτει εμπειρία
και ικανότητες για τη συνομολόγηση της αλλά το θέμα εξακολουθεί να είναι κυρίως
πολιτικό και σημαντικότατο ρόλο θα διαδραματίσουν οι εξωτερικές πιέσεις
(ΗΠΑ-ΕΕ) προς το Κάιρο σε αυτήν την κατεύθυνση. Η διαφαινόμενη τουρκική πίεση
στα δυτικά σύνορα της Αιγύπτου εκτιμάται ότι θα κάνει το Κάιρο πιο διαλλακτικό
στις δικές μας επιδιώξεις αίροντας τυχόν δικαιολογημένους δισταγμούς για
περαιτέρω όξυνση των σχέσεων του με την Τουρκία. Ακόμη και στην περίπτωση της
Αιγύπτου, ο παράγων χρόνος είναι αβέβαιος καθόσον η παρούσα έντονη αντιπαλότητα
Τουρκίας-Αιγύπτου, πλέον της αέναης πάλης για επικράτηση στον αραβικό-ισλαμικό
χώρο, στηρίζεται και στην εχθρότητα των δύο καθεστώτων.
Ο
Ρόλος της Κύπρου
Βέβαια
σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων με την Αίγυπτο υπάρχει το
ενδεχόμενο του καθορισμού ΑΟΖ μεταξύ των δύο ελλαδικών κρατών (Ελλάδα-Κύπρος).
Αναμφισβήτητα η συμφωνία αυτή θα αγνοηθεί πλήρως από την Άγκυρα η οποία και θα
κλιμακώσει σε επικίνδυνο βαθμό τις ενέργειες της. Δυστυχώς μια τέτοια συμφωνία
δεν θα επιφέρει μια ισχυρή και πρακτική ευρωπαϊκή υποστήριξη των θέσεων μας
καθώς η Ένωση θα αρκεστεί σε δηλώσεις αυτοσυγκράτησης προς όλες στις πλευρές
και σε φραστική καταδίκη των ενεργειών της Άγκυρας. Φυσικά και η κίνηση αυτή
παραμένει πάντα στην φαρέτρα μας σε συνδυασμό πάντα και με πολλές άλλες
κινήσεις και προς διάφορες κατευθύνσεις. Καίτοι δεν θα επιφέρει άμεσα
αποτελέσματα στο πεδίο εντούτοις θα δημιουργήσει μια περαιτέρω νομική και
πραγματική ανωμαλία που δύσκολα θα μπορεί να συνεχίσει να αγνοείται από τον
διεθνή παράγοντα.
Προσέγγιση
με Κυβέρνηση Ανατολικής Λιβύης
Εξίσου
ριζοσπαστική ακούγεται και η λύση της αναγνώρισης της κυβέρνησης της Ανατολικής
Λιβύης και η άμεση συνομολόγηση μαζί της μνημονίου αντίστοιχου με το
τουρκολιβυκό μνημόνιο. Μείζον πρόβλημα σε μια τέτοια κίνηση θα ήταν η εκ μέρους
μας αγνόηση της διεθνώς αναγνωριζόμενης (καίτοι με αστερίσκους) από τον ΟΗΕ -αλλά
και την Ευρωπαϊκή Ένωση- λιβυκής κυβέρνησης (GNA). Στην περίπτωση αυτή, η Ελλάδα, χώρα
που επικαλείται συνεχώς το διεθνώς δίκαιο θα φαίνονταν καιροσκοπικά κινούμενη
ενώ υπάρχουν και ανησυχίες για μεμονωμένες αναγνωρίσεις της επικαλούμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας της
Βορείου Κύπρου». Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζουμε ότι σε περίπτωση σχηματισμού
κυβέρνησης εθνικής ενότητας στη Λιβύη και συμβιβασμού των δύο αντιπάλων, η χώρα
(Λιβύη) θα βρεθεί με δύο αντικρουόμενα μνημόνια αμφίβολης νομιμότητας αμφότερα.
Παρά
ταύτα, η ανεπίσημη πρόσκληση (βολιδοσκόπηση επί της ουσίας) προς την Ελλάδα από
το House of Representatives της Λιβύης, στις 9 Ιουν 2020 για
υπογραφή συμφωνίας, μεταξύ Ελληνικού-Λιβυκού Κοινοβουλίου, παρόμοιας με την
υπογραφείσα Ελληνοϊταλική για τον
καθορισμό ΑΟΖ, θα μπορούσε να μας απασχολήσει, λιγότερο με την νομική έννοια
και περισσότερο με την έννοια της δημιουργίας ενός
πολιτικού αντίβαρου στην παράνομη τουρκολιβυκή συμφωνία. Ακόμη όμως και η
έναρξη σχετικού διαλόγου (ει δυνατόν και με αιγυπτιακή συμμετοχή) για σύναψη
σχετικού μνημονίου (γεγονός που λογικά θα οδηγούσε και στην αναγνώριση εκ
μέρους μας της κυβέρνησης της Ανατολικής Λιβύης) ενδεχομένως να παρήγαγε και
θετικά για εμάς αποτελέσματα. Επί της ουσίας δηλαδή η ελληνική πλευρά θα
απαντούσε σε ένα αμφίβολης νομιμότητας Σύμφωνο με ένα αντίστοιχο εξίσου
προβληματικό δηλώνοντας όμως την έντονη αντίδραση, παρουσία και
αποφασιστικότητα της.
Ο
σκόπελος της αναγνώρισης της κυβέρνησης του Tobruk ενδεχομένως παρακάμπτεται με την -εντός
ορίων- πολύπλευρη ελληνική υποστήριξη
της με αντάλλαγμα την
αδιαπραγμάτευτη θέση της πρώτης για κατάργηση του τουρκολιβυκού μνημονίου σε
περίπτωση οποιασδήποτε ενδολιβυκής συμφωνίας. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας
ανυποχώρητης θέσεως της κυβέρνησης του Tobruk δεν μπορεί να εξασφαλιστεί όπως δεν
μπορεί να διασφαλιστεί και η διεθνής, μετά επιτάσεως, υποστήριξη της ελληνικής
θέσεως. Η ελληνική αυτή θέση-απαίτηση μπορεί να καταστεί περισσότερο πιεστική
προς την διεθνή κοινότητα καθόσον οποιαδήποτε συμβιβαστική λύση ειρήνευσης θα
πρέπει να επιβάλλει την απαγόρευση κάθε ξένης εμπλοκής άρα θα οδηγεί στην
κατάργηση του μνημονίου τουρκολιβυκής συνεργασίας συμπαρασύροντας και το
«αδελφό» μνημόνιο περί θαλασσίων ζωνών. Η πίεση για κατάργηση του μνημονίου
μπορεί να συνδυαστεί -και να γίνει περισσότερο επιτυχής- με την έκφραση της
έντονης επιθυμίας της ελληνικής κυβέρνησης για κοινή προσφυγή σε διεθνές
δικαστήριο, Ελλάδος-Λιβύης, για την επίλυση του χρονίζοντος θέματος των
θαλασσίων ζωνών. Αυτή η πρόταση μπορεί να απευθυνθεί από τώρα στην κυβέρνηση
του GNA,
εγείροντας ανησυχίες στην Άγκυρα καθώς θα επιζητηθεί η ταυτόχρονη κατάργηση του
υπάρχοντος μνημονίου και προσφυγή σε διεθνές δικαστήριο. Μια τέτοια κίνηση μάλλον
θα δυσαρεστήσει την κυβέρνηση του Tobruk άρα θα πρέπει να υπάρξουν διαβεβαιώσεις και προς την
πλευρά της.
Διπλωματικές
Κινήσεις
Εκτιμάται
ότι η χώρα μας δεν θα έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις ειρήνευσης
αλλά διατηρεί το όπλο της αρνησικυρίας στην
Ευρωπαϊκή Ένωση σε αποφάσεις στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ που θα αφορούν την
Λιβύη συμπεριλαμβανομένης και της έγκρισης μιας συμφωνίας που θα αγνοεί την
ελληνική απαίτηση. Ανάλογες τοποθετήσεις και ελιγμοί απαιτούν μεθοδική
προετοιμασία, ενίοτε μακρά της δημοσιότητας και επίδειξη σταθερότητας και
αποφασιστικότητας εκ μέρους μας ώστε να καθίστανται ως ενδεχόμενες ακόμη και
δικές μας ακραίες αποφάσεις.
Επιπλέον
συνεχείς πρέπει να είναι οι προσπάθειες μας κατάδειξης της τουρκικής
παρεμβατικότητας στη Λιβύη όπως και η γενικότερη προβολή των τακτικών και
προκλήσεων που δεν συνάδουν με το διεθνές δίκαιο και τις σχέσεις καλής
γειτονίας δύο χωρών. Ειδικά η επιχείρηση «IRINI» εκτιμάται ότι θα μας παρέξει ακλόνητα
στοιχεία των τουρκικών παραβιάσεων του embargo και τα οποία η ΕΕ οφείλει
να προσκομίσει σε όλα τα όργανα του ΟΗΕ.
Σίγουρα
σημαντικό και συχνά αθόρυβο ρόλο διαδραματίζει και το Ισραήλ που μόλις πρόσφατα
κατόρθωσε μετά από μακρόχρονη αστάθεια να σχηματίσει άλλη μια κυβέρνηση
συνασπισμού. Παρά την παρούσα στασιμότητα σε όλα τα ενεργειακά προγράμματα,
λόγω της πτώσης της ζήτησης και τιμών που επέφερε η πανδημία, εκτιμάται ότι το
ενδιαφέρον για την επαναδρομολόγηση τους θα αναζωπυρωθεί από τα τέλη του έτους.
Η συνέχιση της ελληνοϊσραηλινής πολύπλευρης προσέγγισης κρίνεται ζωτικής
σημασίας και παραδόξως τη συγκεκριμένη περίοδο, παρά την ανησυχία που προκαλούν
οι εξελίξεις για το Παλαιστινιακό ζήτημα, αυτή η προσέγγιση δεν φαίνεται να
προκαλεί δυσαρέσκεια στα αραβικά κράτη. Ορισμένα δε εξ αυτών (Σαουδική Αραβία,
ΗΑΕ) έχουν πρωτόγνωρα προσεγγίσει το Ισραήλ.
Σε
κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως συνδυασμού μεθόδων που θα επιλεχθούν, θα πρέπει να
καταβληθεί προσπάθεια ευνοϊκού επηρεασμού της Ουάσιγκτον και κατάδειξης της
σύμπλευσης (για ακόμη μια φορά) των τουρκικών και ρωσικών επιδιώξεων. Αρνητική
εξέλιξη θα ήταν να δημιουργηθεί η εντύπωση στις ΗΠΑ, ότι η Τουρκία αποτελεί τον
κυματοθραύστη της -μέσω του Haftar-
ρωσικής προώθησης στη Λιβύη. Για τη στρατηγική αυτή επιδίωξη πρέπει να πειστεί
και ο ίδιος ο στρατηγός και το Κοινοβούλιο του Tobruk και ζωτικής σημασία είναι η τοποθέτηση
της Αιγύπτου. Έχουμε ήδη αναφέρει ότι η διεξαγωγή προεδρικών εκλογών φέτος περιορίζουν τις αμερικανικές πρωτοβουλίες,
εμπλοκές και επανασχεδιασμούς της στρατηγικής τους. Επίσης διαχρονικά έχει
αποδειχθεί ότι διάφορες χώρες εκμεταλλεύονται τις περιόδους αυτές για να
αναλάβουν ενέργειες που υπό άλλες συνθήκες θα συναντούσαν αμερικανικές
αντιθέσεις (λιγότερο ή περισσότερο έντονες).
Το θέμα του επηρεασμού της αμερικανικής πολιτικής -καίτοι βιώνουμε
περίοδο ειδυλλιακών σχέσεων- επαναφέρει το γνωστό ζήτημα της ενίσχυσης των
δυνατοτήτων σταθερής και αποτελεσματικής, εκ μέρους μας, προσέγγισης όλων των
θεσμικών και εξωθεσμικών μηχανισμών χάραξης πολιτικής της χώρας αυτής.
Πολεμική
Σύγκρουση
Αναμφίβολα,
το ελληνικό «οπλοστάσιο» διαθέτει και άλλες πολιτικές και διπλωματικές επιλογές
για την προάσπιση των συμφερόντων μας στην περιοχή. Εξυπακούεται ότι θα γίνεται
σταδιακή ενεργοποίηση των «εργαλείων» μας και οποιαδήποτε ένδειξη δρομολόγησης
τουρκικών κινήσεων για έρευνες σε ελληνική υφαλοκρηπίδα θα προκαλέσει κλιμάκωση
των αντιδράσεων μας.
Ουδεμία
όμως ενέργεια θα έχει πιθανότητες επιτυχίας αν δεν συνοδεύεται από επαρκή
στρατιωτική ισχύ και επίδειξη αποφασιστικότητας κατάλληλης χρησιμοποίησης της.
Το θέατρο επιχειρήσεων Λιβυκού Πελάγους προσφέρει ορισμένα πλεονεκτήματα στις
δικές μας δυνάμεις λόγω εγγύτητας με τις βασικές αμυντικές υποδομές μας και την
αντίστοιχη απομάκρυνση των τουρκικών από τις δικές του. Το πλεονέκτημα όμως
αυτό έχει ημερομηνία λήξεως σε περίπτωση ανάπτυξης βάσεων υποστήριξης στη Λιβύη,
η χρήση και σταδιακή αναβάθμιση των οποίων θα χειροτερεύσει το αμυντικό μας πρόβλημα.
Η νήσος Κρήτη διαθέτει τα χαρακτηριστικά και τις αναγκαίες υποδομές για
φιλοξενία όλων εκείνων των στοιχείων που μπορούν να διεκδικήσουν τον
αεροναυτικό έλεγχο της περιοχής. Το αποτέλεσμα όμως σε μια αεροναυτική σύγκρουση στην περιοχή θα
εξαρτηθεί από την επιτυχημένη χρήση ενός δικτυοκεντρικού συστήματος που θα
επιτρέψει την πολλαπλή προσβολή του αντιπάλου, με κατάλληλα οπλικά συστήματα
και από μη αναμενόμενες κατευθύνσεις στον ελάχιστο χρόνο. Αναμφίβολα και οι
αριθμοί (και κυρίως τα φερόμενα οπλικά συστήματα) έχουν τη σημασία τους αλλά η
εκπαίδευση, το επίπεδο της διοικήσεως, το ορθό τακτικό δόγμα και ο παράγων
χρόνος (ειδικά στο κύκλωμα ενημέρωση-αξιολόγηση-λήψη απόφασης-εφαρμογή σε όλα
τα κλιμάκια με βαρύτητα στην κορυφή της πολιτικοστρατιωτικής ηγεσίας) μάλλον θα
κρίνουν το αποτέλεσμα.
Ζωτικής σημασίας είναι και η επιλογή και
προετοιμασία των στελεχών εκείνων που θα στελεχώσουν κύριες μονάδες Α΄ γραμμής
έχοντας ευθύνη εφαρμογής των Εθνικών Κανόνων Εμπλοκής (ΕΚΕ) και των σχεδίων αλλά
και λήψης ορθών και έγκαιρων αποφάσεων επί του πεδίου της μάχης με ευρύτατες
συνέπειες. Κάθε διοικητής, οποιαδήποτε κλιμακίου, θα πρέπει να είναι
προετοιμασμένος να ενεργήσει ανεξάρτητα σε περίπτωση διακοπής των επικοινωνιών
(αυτόνομες επιχειρήσεις) με γνώμονα την αποστολή, την αντίληψη της καταστάσεως
και τις κατευθύνσεις των προϊσταμένων του. Αντίστοιχα ο κάθε προϊστάμενος
πρέπει να διαθέτει την ετοιμότητα άμεσης υποστήριξης κάθε υφισταμένου του που
για οποιαδήποτε λόγο ενεπλάκει σε μια θερμή σύγκρουση χωρίς όμως να προχωρήσει
σε περιττή κλιμάκωση ελλείψη ανάλογων
διαταγών ή αν κρίνει ότι ο αντίπαλος επιδεικνύει αυτοσυγκράτηση και μη επιθυμία
εμπλοκής. Η ισορροπία μεταξύ εκτέλεσης της αποστολής, αποφυγής περιττής
κλιμάκωσης και προστασίας του προσωπικού και μέσων επί του πεδίου και σε ταχέως
εξελισσόμενες και νεφελώδεις καταστάσεις, απαιτεί συνδυασμό ικανοτήτων με την
ευθυκρισία και την ψυχραιμία να καταλαμβάνουν περίοπτες θέσεις. Σε όλα τα
παραπάνω σημεία έχουμε περιθώρια βελτιώσεως των ικανοτήτων του προσωπικού μας χωρίς
να υπεισέρχεται δυσβάστακτο οικονομικό κόστος.
Στρατιωτική
«Λύση»
Αποτελεί
κοινοτυπία η έκφραση της αναγκαιότητας αναβάθμισης και αντικατάστασης βασικών
ναυτικών μονάδων ενώ η παραμέληση και αδυναμία ολοκλήρωσης προμήθειας άκρως
απαραιτήτων οπλικών συστημάτων που μπορούν να λειτουργήσουν ως πολλαπλασιαστές
ισχύος (ενδεικτικά σύγχρονες τορπίλες υποβρυχίων) αποτελούν διαχρονική
εγκληματική αμέλεια με πλήθος υπευθύνων και από όλους τους χώρους. Αναμφίβολα
στον τομέα της ισορροπίας ισχύος η πλάστιγγα συνεχώς μετακινείται σε βάρος μας,
πραγματικότητα που συνοδεύεται και με την αναλογική αύξηση των τουρκικών
κινήσεων και προκλήσεων. Καθώς μάλιστα οι προβλέψεις είναι απαισιόδοξες δεν θα
ήταν παράλογη η εκ μέρους μας σκέψη επιλογής του τόπου, τρόπου και χρόνου
εξαπόλυσης ενός αποφασιστικού πλήγματος δηλαδή στην εφαρμογή της στρατηγικής
του «προληπτικού πλήγματος». Σίγουρα υπάρχουν οι αντίστοιχοι σχεδιασμοί καθώς η
πρόβλεψη εξαπόλυσης «πρώτου πλήγματος ή και πολέμου» υφίστανται σε όλα τα κράτη
του πλανήτη που αντιμετωπίζουν υπαρξιακές και μη απειλές. Ίσως το δυσκολότερο
σημείο, ενός παρόμοιου τολμηρού σχεδιασμού να είναι η επιλογή του χρόνου,
συνθηκών εξαπόλυσης και μεγέθους του συντριπτικού πλήγματος, δηλαδή η
μεταπήδηση από τις καταστάσεις ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης και τριβών ή και
μεμονωμένης σύγκρουσης, στην «προληπτική προσβολή» ευρείας κλίμακος. Επιδίωξη η
εξασφάλιση του μέγιστου επιχειρησιακού-τακτικού πλεονεκτήματος και η ταχύτατη
ανάπτυξη των ημετέρων δυνάμεων ώστε να δράσει αποτρεπτικά σε οποιαδήποτε κίνηση
κλιμάκωσης του αντιπάλου αλλά συγχρόνως να αποφευχθεί η διεθνής καταδίκη μας για
εξαπόλυση αναίτιας επίθεσης.
Νέες
Τακτικές και Νέα Όπλα
Βέβαια
προτού να καταφύγουμε σε τέτοια ακραία σενάρια θα πρέπει να εξαντλήσουμε την
εφευρετικότητα μας σε διατάξεις και κινήσεις πρόληψης και παρεμπόδισης των ενεργειών
του αντιπάλου. Πολύ πιθανόν να δούμε (και πάλι) στη θάλασσες μας ριψοκίνδυνους
ελιγμούς πολεμικών σκαφών σε μια πολύ επικίνδυνη παρτίδα σκακιού σε όλες τις
διαστάσεις με τον εναέριο και υποθαλάσσιο χώρο να διαδραματίζουν καίριο ρόλο.
Στις όλες αυτές τις ενέργειες τα μη επανδρωμένα συστήματα θα έχουν συνεχώς
αυξανόμενη συμμετοχή. Η χώρα μας όχι μόνο πρέπει να καλύψει το κενό σε επίπεδο
αριθμών, ποιότητας, εκπαίδευσης, δόγματος χρήσης αλλά εκτιμάται ότι θα πρέπει
να αποκτήσει την πρωτοπορία σε υποβρύχια μη επανδρωμένα συστήματα. Τα τελευταία
θεωρούνται κατάλληλα για πληθώρα αποστολών κατά ναυτικών στόχων, χωρίς να
γίνονται εύκολα αντιληπτά και μάλιστα μπορούν να επιφέρουν τα επιθυμητά
αποτελέσματα (πχ ακινητοποίηση του στόχου) χωρίς θανατηφόρες απώλειες. Τα
υποβρύχια αυτά μη επανδρωμένα συστήματα με αντίστοιχες συσκευές παρεμβολών θα
μπορούσαν να καταστήσουν αδύνατες (άνευ προσβολής και εξ αποστάσεως) κάθε
είδους ερευνητικές προσπάθειες. Ο τρόπος όμως αυτής της μορφής παρεμπόδισης των
ερευνών δεν αναιρεί το γεγονός της παραβίασης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων
επί της υφαλοκρηπίδος.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η
από δεκαετίες, ψυχροπολεμική και παγιωμένη κατάσταση στο Αιγαίο και στην
Ανατολική Μεσόγειο, ελεγχόμενης αντιπαλότητας και (σχετικής) αποχής από ακραίες
προκλήσεις εκτιμάται ότι φθάνει στο τέλος της. Οι εξελίξεις στη Λιβύη φαίνεται
ότι αποτέλεσαν την αναμενόμενη ευκαιρία για την Άγκυρα για να παρουσιάσει μια
αναιμική βάση νομιμοφάνειας των ενεργειών της και να επεκτείνει τις στοχεύσεις
της. Παρά τις δυσμενείς ενδείξεις δεν
θεωρούμε (ακόμη) αναπόφευκτη την ελληνοτουρκική σύγκρουση (αγνώστου
κλίμακος) με την προϋπόθεση της συνέχισης επίδειξης εκ μέρους μας
αυτοσυγκράτησης με παράλληλη επίδειξη ετοιμότητας και αποφασιστικότητας και την
ανάληψη άμεσων κινήσεων ενίσχυσης της αμυντικής μας ισχύος. Εξυπακούεται ότι όλες οι
παραπάνω ενέργειες είναι σε συνέργεια με κατάλληλες, φανερές και μη,
διπλωματικές κινήσεις προς όλες τις κατευθύνσεις και στη βάση των πολλαπλών
ενεργειών που προαναφέρθηκαν στην ανάλυση. Η αντιπαράθεση μας με την Τουρκία
ανέκαθεν είχε τα χαρακτηριστικά ενός αγώνος περισσότερο αντοχής παρά ταχύτητος
καίτοι συχνά δεν μπορούσαμε να διακρίνουμε την σταθερότητα και διάρκεια των
τουρκικών επιδιώξεων και να επιδείξουμε ανάλογη συνέπεια. Σήμερα αυτή η
αντιπαράθεση λαμβάνει πλέον και τα στοιχεία αγώνος δεκάθλου καθόσον
προσλαμβάνει συγκρουσιακές διαστάσεις σε πληθώρα θεμάτων και περιοχών και η
Λιβύη είναι μια από τις αυτές.
Η
διεθνής παρουσία στη Λιβύη (UNSMIL)
καθιερώθηκε με την Απόφαση 2009 (2011)/ 16 Σεπτεμβρίου 2011 του Συμβουλίου
Ασφαλείας. Η θητεία της ανανεώνεται περιοδικά ενίοτε και με τροποποιήσεις της
αποστολής της.
Ο
πρώτος γύρος συνομιλιών με μεσολάβηση του ΟΗΕ με στόχο τη διαρκή κατάπαυση του
πυρός μεταξύ της κυβέρνησης της Λιβύης και των κύριων δυνάμεων της
αντιπολίτευσης, ολοκληρώθηκε χωρίς πλήρη συμφωνία, παρά την επίτευξη συναίνεσης
σε πολλούς τομείς. .Ενώ οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην ανάγκη να επισπευσθεί η
επιστροφή των εσωτερικά εκτοπισμένων ατόμων (IDP), ιδίως στις περιοχές που
επλήγησαν από συγκρούσεις, «δεν μπόρεσε να επιτευχθεί πλήρης κατανόηση σχετικά
με τους βέλτιστους τρόπους αποκατάστασης της κανονικότητας σε αυτές τις
περιοχές». Ο δεύτερος γύρος συνομιλιών κατέληξε σε κάποιο είδος συμφωνίας
κατάπαυσης πυρός.
Υπενθυμίζεται ότι το 2019 στη γερμανική πρωτεύουσα πραγματοποιήθηκαν πολλές συναντήσεις
υψηλού επιπέδου για τον τερματισμό της σύγκρουσης στη Λιβύη, με τη συμμετοχή
παγκόσμιων δυνάμεων και περιφερειακών παραγόντων. Οι διαπραγματεύσεις είναι
γνωστές ως η «Διαδικασία του Βερολίνου».
Σύμφωνα με την ΕΕ, αυτή η διαδικασία που υποστηρίζεται από τον ΟΗΕ είναι ο
μόνος αποδεκτός τρόπος προόδου, διότι επιδιώκει μια ειρηνική λύση που βασίζεται
σε πολυμερείς συνομιλίες.
Θεωρείται πολύ πιθανό ότι η λιβυκή βάση Al-Watiya, σε απόσταση μόλις 125 χλμ. από την ακτή της
Μεσογείου, έχει ήδη αρχίσει να χρησιμοποιείται από στοιχεία των ΤΕΔ. Αντίστοιχη
χρήση μπορεί να έχει και το αεροδρόμιο της Τρίπολης καθώς και άλλες υποδομές
στην περιοχή που ελέγχεται από την GNA.